Кипрская Православная Церковь
H άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 (13 Απριλίου)
Η κατάσταση του Βυζαντίου στις παραμονές της Δ΄ Σταυροφορίας
Στα τέλη του 12ου αιώνα, λίγα χρόνια πριν την Άλωση του 1204, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία διατηρούσε μόνο την αίγλη που της είχε αφήσει η διακυβέρνηση από τη δυναστεία των Κομνηνών. Μετά την πτώση του τελευταίου αυτοκράτορα της δυναστείας των Κομνηνών, του Ανδρόνικου (1183-1185), στο βυζαντινό θρόνο αναρριχήθηκε ο Ισαάκιος Β΄ Άγγελος, ο οποίος έμεινε στην εξουσία ως το 1195. Τότε ο αδερφός του Αλέξιος Γ΄ (1195 -1203) ανέτρεψε τον Ισαάκιο, τον τύφλωσε και τον φυλάκισε. Ο νέος αυτοκράτορας έμεινε στο θρόνο μέχρι την ανατροπή του από τους σταυροφόρους το 1203. Όλο αυτό το διάστημα η κατάσταση του κράτους επιδεινωνόταν. Συνεχώς ξεσπούσαν εξεγέρσεις και στασιαστικά κινήματα. Οι μεγάλες σπατάλες στις οποίες επιδίδονταν οι αυτοκράτορες και η αυλή οδηγούσαν σε αδιέξοδο τα οικονομικά του κράτους. Οι κοινωνικές αντιθέσεις οξύνονταν. Παράλληλα οι εξωτερικοί εχθροί του Βυζαντίου τόσο στη Βαλκανική όσο και στη Μικρά Ασία ισχυροποιούνταν σε βάρος του. Η αδράνεια και η κακοδιοίκηση των αυτοκρατόρων είχε καταστήσει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ως το «μεγάλο ασθενή». Αυτή ήταν η κατάσταση σε γενικές γραμμές όταν έφτασαν οι σταυροφόροι της Δ΄ Σταυροφορίας έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης.
Η οργάνωση της Σταυροφορίας
Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ (1198-1216) από το πρώτο κιόλας διάστημα που εκλέχτηκε στον αποστολικό θρόνο της Ρώμης, είχε στα σχέδια του την οργάνωση Σταυροφορίας για την απελευθέρωση των Αγίων τόπων. Ήδη από το 1198 ο Ιννοκέντιος έστειλε επιστολές σε ηγεμόνες της Δύσης για την οργάνωση σταυροφορίας. Ήρθε μάλιστα και σε διαπραγματεύσεις με το Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Γ΄ γι’ αυτό το σκοπό. Οι πρώτες όμως αυτές προσπάθειές του έμειναν άκαρπες. Ο πάπας συνέχισε να πιέζει για την οργάνωση σταυροφορίας. Ήδη από το 1198 υπήρχε επικοινωνία μέσω επιστολών μεταξύ του Ιννοκεντίου Γ΄ και του Αλεξίου Γ΄, στις οποίες ο Ιννοκέντιος δήλωνε ότι επιθυμούσε την ένωση των δύο Εκκλησιών με υποταγή της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον πάπα και παράλληλα παρότρυνε για τη συμμετοχή του Βυζαντίου στη σχεδιαζόμενη Σταυροφορία. Βέβαια ο Αλέξιος Γ΄ ακολούθησε μια παρελκυστική πολιτική με σκοπό να κερδίσει χρόνο κι έτσι δεν προέβαινε στην άμεση ικανοποίηση των διαφόρων παπικών αξιώσεων.
Παράλληλα, ο γιος του έκπτωτου βυζαντινού αυτοκράτορα Ισαάκιου Β΄, ο Αλέξιος, δραπέτευσε κι επισκέφτηκε τον Ιννοκέντιο Γ΄ ζητώντας βοήθεια, για να αποκατασταθεί ο πατέρας του στο θρόνο με αντάλλαγμα την ένωση των Εκκλησιών. Ο ίδιος ταξίδεψε και στη Γερμανία συναντώντας τον Γερμανό Αυτοκράτορα Φίλιππο της Σουηβίας ο οποίος ήταν νυμφευμένος με την Ειρήνη αδερφή του Αλεξίου.
Εν τέλει, στο κάλεσμα του Ιννοκεντίου για Σταυροφορία ανταποκρίθηκαν διάφοροι ηγεμόνες και φεουδάρχες. Οι Σταυροφόροι συγκεντρώθηκαν στη Βενετία. Σκοπός ήταν να μεταφερθούν με πλοία της Βενετίας στην Αίγυπτο και να πραγματοποιήσουν εκεί τις επιχειρήσεις τους. Αρχηγός των Σταυροφόρων εκλέχτηκε ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός και επικεφαλής των Βενετών ο υπέργηρος Δόγης Δάνδολος. Επειδή δεν κατόρθωσαν οι Σταυροφόροι να συγκεντρώσουν τα χρήματα που είχαν συμφωνήσει με τους Βενετούς για τη μεταφορά τους, κατέλαβαν για λογαριασμό της Βενετίας την πόλη Ζάρα (και προφανώς την λεηλάτησαν), μια Χριστιανική πόλη που ήταν υποτελής στο βασίλειο της Ουγγαρίας. Εκεί πέρασαν και το χειμώνα του 1202-1203 όπου πήγε και τους συνάντησε ο νεαρός Αλέξιος. Αυτός τους ζήτησε να τον βοηθήσουν, ώστε να αποκατασταθεί στο θρόνο του ο πατέρας του, ο Ισαάκιος Γ΄‧ τα ανταλλάγματα του ήταν κάτι παραπάνω από δελεαστικά : μεγάλο χρηματικό ποσό, εφόδια για τους σταυροφόρους, στρατιωτική ενίσχυση 10.000 ανδρών και ένωση των εκκλησιών.
Τελικά οι Σταυροφόροι πείθονται από το νεαρό Αλέξιο να αλλάξουν πορεία και να πάνε πρώτα στην Κωνσταντινούπολη και όχι στην Αίγυπτο, όπου ήταν ο αρχικός τους προορισμός.
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης
Την άνοιξη του 1203 κάνοντας μια στάση στην Κέρκυρα οι σταυροφόροι κατευθύνθηκαν προς την Κωνσταντινούπολη, στην οποία έφτασαν το καλοκαίρι του 1203. Ο Γοδεφρείδος Βιλλαρδουίνος, ένας εκ των ηγετών των Σταυροφόρων, που έχει καταγράψει τα γεγονότα της άλωσης, στο έργο του αναφέρει για το πώς αισθάνθηκαν οι σταυροφόροι όταν αντίκρισαν για πρώτη φορά τη Βασιλεύουσα:
«Τώρα μπορείτε να μάθετε πως κοίταζαν επίμονα την Κωνσταντινούπολη εκείνοι που δεν την είχαν δει ποτέ• γιατί δεν μπορούσαν να σκεφτούν πως μπορεί να υπάρχει σε όλον τον κόσμο μια τόσο πλούσια πόλη, όταν είδαν αυτά τα ψηλά της τείχη και τους πλούσιους πύργους κι αυτά τα πλούσια παλάτια κι αυτές τις ψηλές εκκλησίες, που ήταν τόσες πολλές που κανείς δεν θα το πίστευε αν δεν το έβλεπε με τα μάτια του, και ακόμη το μήκος και το πλάτος της πόλης που κυβερνούσε όλες τις υπόλοιπες. Και μάθετε πως δεν υπήρξε άνθρωπος τόσο ασυγκίνητος, που να μην ανατριχιάσει…».
Σχεδόν αμέσως αρχίζουν την πολιορκία και την επίθεση στην πόλη, ενώ η αντίσταση των Βυζαντινών μάλλον είναι ισχνή – εξάλλου οι σταυροφόροι επιτίθενται εξ ονόματος του εκθρονισθέντος Ισαακίου. Φοβισμένος ο Αλέξιος Γ΄ την νύχτα της 17ης προς 18ης Ιουλίου εγκαταλείπει την πόλη. Έτσι, στο θρόνο αποκατάσταθηκε ο τυφλός Ισαάκιος και λίγο αργότερα στέφθηκε συναυτοκράτορας κι ο γιος του ως Αλέξιος Δ΄. Όμως, επειδή ο Αλέξιος δεν ικανοποιούσε τους όρους της συμφωνίας, οι Σταυροφόροι στράφηκαν εναντίον του. Μέσα σε κλίμα αναταραχής ο Αλέξιος Δ΄ κι ο πατέρας Ισαάκιος ανατρέπονται και στο θρόνο αναρριχήθηκε ο Αλέξιος Ε΄ Δούκας Μούρτζουφλος τον Ιανουάριο του 1204.
Τότε άρχισαν εκ νέου οι συγκρούσεις μεταξύ Βενετών και Σταυροφόρων από τη μία και Βυζαντινών από την άλλη. Το Μάρτιο του 1204 οι Βενετοί και οι Σταυροφόροι υπέγραψαν τη μεταξύ τους συμφωνία για τη διανομή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την κατάσταση που θα προέκυπτε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μετά την επικείμενη πτώση της Κωνσταντινούπολης. Τη συμφωνία αυτή έπρεπε να την επικυρώσει κι ο πάπας κάτι που όμως δεν έπραξε.
Στις 9 Απριλίου έγινε γενική επίθεση κατά της Κωνσταντινούπολης, η οποία αρχικά αποκρούστηκε επιτυχώς. Τρεις μέρες αργότερα στις 12 Απριλίου πραγματοποιήθηκε νέα επίθεση.
O Γοδεφρείδος Βιλλαρδουίνος περιγράφει την επίθεση στα τείχη της Πόλης:
«Το πράγμα έμεινε εκεί μέχρι το πρωί της Δευτέρας και τότε πήραν τα όπλα εκείνοι από τα μεταγωγικά και τα ιππαγωγά και τις γαλέρες […] και τότε ξεκίνησε η επίθεση, βίαιη και θαυμαστή κάθε πλοίο έκανε επίθεση στον τόπο που βρισκόταν μπροστά του. Οι κραυγές της μάχης ήταν τόσο μεγάλες που νόμιζες πως γκρεμίζεται η γη.»
«Έτσι κράτησε για πολύ η επίθεση, μέχρι που ο Κύριος Ημών έκανε να σηκωθεί αέρας που τον ονομάζουν Βοριά και έσπρωξε τα καράβια προς την ακτή, περισσότερο απ‘ό,τι πριν, και μαζί μ’αυτά και δύο πλοία που ήταν δεμένα μαζί, που το ένα λεγόταν ”Η Προσκυνήτρια” και το άλλο ”Ο Παράδεισος” και εκείνα πλησίασαν στον πύργο, το ένα από τη μία μεριά και το άλλο από την άλλη, έτσι όπως τα οδήγησε ο Θεός και ο άνεμος, μέχρι πο η σκάλα της Προσκυνήτριας ακούμπησε στον πύργο. Κι αμέσως ένας Βενετός κι ένας ιππότης που λεγόταν Ανδρέας Ντυρμπουάζ μπήκαν στον πύργο και οι υπόλοιποι άρχισαν να μπαίνουν πίσω από αυτούς. Και εκείνη στον πύργο νικήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή.»
Αυτή τη φορά η άμυνα εξουδετερώθηκε και ο Αλέξιος Ε΄ εγκαταλείπει την πόλη. Την Τρίτη 13 Απριλίου 1204 οι Σταυροφόροι εισέρχονται στην πόλη και οι κάτοικοι μη συνειδητοποιώντας ότι η Αυτοκρατορία έχει καταλυθεί πλέον τους υποδέχονται ως τους νέους άρχοντές τους.
Όμως, σχεδόν αμέσως αρχίζει και η πιο άγρια λεηλασία. Για μέρες ολόκληρες οι φτωχοί, αμόρφωτοι και άξεστοι Σταυροφόροι ερειπώνουν ό,τι βρουν στο διάβα του. Κυριεύουν μια Κωνσταντινούπολη σε πλήρη ακμή και με αμύθητα και πλούτη. Εκκλησίες, μοναστήρια, δημόσια κτήρια, παλάτια, οικήματα λεηλατούνται με πρωτοφανή αγριότητα. Αμέτρητοι θάνατοι, βιασμοί και εξανδραποδισμοί. Εκεί που κανένας δεν τον περίμενε η Πόλη κυριεύτηκε. Αμέτρητα κειμήλια, πολύτιμα αντικείμενα και χειρόγραφα κλέπτονται και μεταφέρονται στη Δύση. Η καταστροφή είναι ολοσχερής.
Ο Γοδεφρείδος Βιλλαρδουίνος σε άλλο σημείο του έργου του αναφέρει για τη λεηλασία της Πόλης:
«Και οι υπόλοιποι που είχαν σκορπιστεί στην πόλη πήρανε πολλά λάφυρα· και τα λάφυρα ήταν τόσα πολλά που κανείς δεν ήξερε να πει πόσα, χρυσάφι και ασήμι και σκεύη και πολύτιμα πετράδια και μετάξια … και όλα τα ακριβά πράγματα που βρέθηκαν ποτέ στη γη». Και συνεχίζει με μία κυνική θα λέγαμε ομολογία : «…από τότε που χτίστηκε ο κόσμος δεν πάρθηκαν τόσα λάφυρα από μία μόνο πόλη».
Ενώ ο Έλληνας ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης, αυτόπτης μάρτυρας της κατάληψης και της δήωσης, θρηνεί για την πτώση και τη βεβήλωση της Πόλης:
«Ὦ πόλις, πόλις πόλεων πασῶν ὀφθαλμέ, ἄκουσμα παγκόσμιον, θέαμα ὐπερκόσμιον, ἐκκλησιῶν γαλουχέ, πίστεως ἀρχηγέ, ὀρθοδοξίας ποδηγέ, λόγων μέλημα, καλοῦ παντός ἐνδιαίτημα, ὦ ἡ ἐκ χειρός Κυρίου τὸν τοῦ θυμοῦ πιοῦσα τὸ ποτήριον…τὶ μαρτηρήσω σοι; Τίνι ὁμοιώσω σε;» και συνεχίζει : «Ὦ ἡ πρώην ὐψίθρονος καὶ βιβῶσα μακρά καἰ μετέωρα, μεγαλοπρεπής το εἶδος, ἀξιοπρεπεστέρα τὸ μέγεθος, νυνί δέ κατερραγμένη καὶ διερρηγμένη τοὺς χλιδανούς χιτώνας καὶ τὰ κομψά καὶ ἀρχικά κρήδεμνα, καὶ ὄμμα, ἀπεσβεσμένη τὸ χαροπόν» και λίγο πιο κάτω ο ιστορικος που έζησε την τραγωδία της Άλωσης με τα ίδια τα μάτια του σημειώνει: « Ἐκτίναξαι τὸν χοῦν καὶ ἀνάστηθι! Ἔκδυσαι τὸν δεσμόν τοῦ τραχήλου σου! Μή φοβοῦ ὅτι κατῃσχύνθης μηδέ ἐντραπῆς ὅτι ωνιδείσθης».
Λίγες μέρες αργότερα εκλέχτηκε νέος αυτοκράτορας της ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας και στις 16 Μαΐου 1204 πραγματοποιήθηκε η στέψη του στην Αγία Σοφία. Λατίνος Πατριάρχης εκλέχτηκε ο Βενετός Θωμάς Μοροζίνι.
Η διανομή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Ακολούθησε η διανομή των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι Βενετοί πήραν και κατέλαβαν κυρίως λιμάνια και νησιά για να ενισχύσουν το εμπόριο τους.
Ο Βονιφάτιος Μομφερατικός, ο επικεφαλής της Σταυροφορίας, κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη και κατέκτησε ένα μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας όπου ίδρυσε ένα βραχύβιο βασίλειο.
Στην Πελοπόννησο ιδρύθηκε το φραγκικό φεουδαρχικό κράτος της Αχαΐας από το Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο και Γουλιέλμο του Σαμπλί.
Το ίδιο διάστημα ενίσχυε τη δύναμη του κι επέκτεινε προς τη Θράκη το κράτος του ο ηγεμόνας των Βουλγάρων Καλογιάννης. Στο Αιγαίο ιδρύθηκε ένα δουκάτο από το Βενετό Μάρκο Σανούτο. Σε διάφορα μέρη της παλαιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εγκαταστάθηκαν δυτικοί ηγεμόνες υποτελείς των ανωτέρω φεουδαρχών.
Βέβαια μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης ιδρύθηκαν και ελληνικά κράτη που σε γενικές γραμμές συνέχισαν τον αγώνα κατά των Λατίνων. Κατ’ αρχάς στη Μικρά Ασία ιδρύθηκε η Αυτοκρατορία της Νίκαιας από τον Θεόδωρο Λάσκαρη∙ εκεί εγκαταστάθηκε προσωρινά και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στην περιοχή της Τραπεζούντας είχε ιδρυθεί πριν την πτώση της Κωνσταντινούπολης από τους Κομνηνούς ελληνικό κράτος που σταδιακά απέκτησε αξιόλογη δύναμη. Στην ήπειρο ιδρύθηκε το δεσποτάτο από τον Μιχαήλ Άγγελο Κομνηνό. Η ανάκτηση της Θεσσαλονίκης έγινε το 1224 από το Θεόδωρο, δεσπότη της Ηπείρου, και της Κωνσταντινούπολης από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο το 1261. Όλο αυτό το διάστημα οι συνεχείς πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και Δυτικών ήταν το κύριο χαρακτηριστικό. Τα σύνορα των κρατών διαρκώς μεταβάλλονταν. Συγχρόνως αναπτύσσεται κι έντονος ανταγωνισμός μεταξύ του κράτους της Νίκαιας και του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
(Διευκρίνιση : δεν θα ήταν δυνατόν να θιχτούν στο παρόν άρθρο πολλές και διάφορες πτυχές του ζητήματος, όπως ο ιδιαίτερος ρόλος του πάπα Ιννοκεντίου Γ΄, τα πραγματικά αίτια της εκτροπής, η έκταση και το μέγεθος της λεηλασίας και η διανομή των λαφύρων και των ιερών κειμηλίων, η αδυναμία των Βυζαντινών να νικήσουν τους λιγότερους σταυροφόρους κ.ά. Εξάλλου, η διεθνής βιβλιογραφία για την Άλωση του 1204 είναι ογκωδέστατη.)
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Nicetae Choniatae, Historia, ex Recensione Immanuels Bekkeri, Bonnae 1835
Donald M. Nicol, Οι Τελευταίοι Αιώνες του Βυζαντίου, 1261-1453, Αθήνα 1996
Τζόναθαν Φίλλιπς, Η Τέταρτη Σταυροφορία και η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης,Αθήνα 2005
G.Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους,τ.Γ΄, Αθήνα 2012
W.Miller, Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα,Αθήνα 1960
Peter Lock, Οι Φράγκοι στο Αιγαίο,Αθήνα 1998
M.Angold, Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από το 1025 έως το 1204, Αθήνα 2004
Angold, Η Τέταρτη Σταυροφορία, Αθήνα 2006
Ι. Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, τ. Γ΄, Θεσσαλονίκη 1999
Ν.Γ. Μοσχονάς (επ.), Η Τέταρτη Σταυροφορία και ο Ελληνικός Κόσμος, Αθήνα 2008
Τζόναθαν Χάρρις, Το Βυζάντιο και οι Σταυροφορίες, Αθήνα 2004
Γοδεφρείδου Βιλλαρδουίνου, Η Κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης (μετάφραση : Κώστας Αντύπας), Αθήνα 2002
Ροβέρτος του Κλαρί, Η Κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης (μετάφραση : Μπάμπης Λυκούδης)
Στίβεν Ράνσιμαν, Δύση και Ανατολή σε Σχίσμα, Αθήνα 2008
Α. Σταυρόδου – Ζαφράκα, Νίκαια και Ήπειρος τον 13ο Αιώνα, Θεσσαλονίκη 1991
Μ. Ντούρου – Ηλιοπούλου, Οι Σταυροφορικές Ηγεμονίες στη Ρωμανία (13ος – 15ος αιώνας), Αθήνα 2012
Σερ Έντουιν Πήαρς, Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, Ιστορία της Τέταρτης Σταυροφορίας, Αθήνα 2004
Ν. Ζαχαρόπουλος, Η Εκκλησία στην Ελλάδα κατά τη Φραγκοκρατία
A.Laiou (ed), Urbs Capta,The Fourth Cusade and its Consequenses,Paris 2005
Α.Σαββίδης, Βυζαντινά Στασιαστικά Κινήματα στα Δωδεκάνησα και στη Μικρά Ασία 1189-1240,Αθήνα 1987
Ζ. Τσιρπανλής, Η Μεσαιωνική Δύση, Θεσσαλονίκη 2004
Steven Runciman, Η Ιστορία των Σταυροφοριών, τ. Γ΄, Αθήνα 2006
Alfred Andrea, Contemporary Sources for the Fourth Crusade, Leiden-Boston-Koln 2000
Donald Queller (ed), The Latin Conquest of Constantinople, USA 1971
Donald Queller, The Fourth Crusade, The Conquest of Constantinople, Pensylvania 1977
John France, The Crusades ad the expansion of Catholic Christendom, New York-London 2005
Κωνσταντίνος Μπατσιόλας
Υπ. Δρ. Ιστορίας Α.Π.Θ.
Πηγή: www.huffingtonpost.gr
Μήνυμα του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Γιώργου Σαββίδη με την ευκαιρία της εορτής του Πάσχα
Με τις εγκάρδιες ευχές μου τις Άγιες τούτες Μέρες για Καλό Πάσχα και με την επίγνωση πως φέτος οι συνθήκες που ζούμε είναι πρωτόγνωρες και μας επιτάσσουν ένα διαφορετικό εορτασμό, εύχομαι η Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού να καθοδηγεί τις σκέψεις μας ώστε να βλέπουμε μπροστά το αύριο με ελπίδα και αισιοδοξία.
Μια ελπίδα και αισιοδοξία ενθαρρυντική, άλλα ακόμη εύθραυστη, που αναδεικνύει το ουσιώδες της ατομικής ευθύνης, όπου με υπομονή και επιμονή, χωρίς παρεκκλίσεις, συνεχίζουμε να κάνουμε τα αναγκαία, ώστε σύντομα να έρθει η πολυπόθητη Ανάσταση. Μια Ανάσταση γεμάτη από την ελπίδα που μας δίνουν τα Πάθη του Θεανθρώπου, η Σταύρωση και η Ανάσταση Του.
Γι’ αυτό φέτος παραμένουμε ενωμένοι, αλλά χωριστά. Τιμούμε τα Άγια Πάθη και γιορτάζουμε την Ανάσταση προτάσσοντας κατά του κορωνοϊού το μεγαλύτερο όπλο, που είναι η κοινωνική αποστασιοποίηση. Η εσωτερική ανάγκη όλων αυτές τις Άγιες Μέρες είτε για εκκλησιασμό είτε για οικογενειακές συναθροίσεις, είναι σεβαστή. Όμως, ο ιός δεν ξεχωρίζει γιορτές και καθημερινότητα. Η ορθολογιστική σκέψη και το συλλογικό καλό χρειάζεται να πρυτανεύσουν έναντι της οποιασδήποτε εσωτερικής ανάγκης. Η προστασία της ανθρώπινης ζωής προέχει. Για τούτο φέτος συμμετέχουμε στις ακολουθίες των Παθών και την Ανάσταση πνευματικά μόνο και γιορτάζουμε το Πάσχα στο σπίτι μας, κάνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο, το μεγαλύτερο δώρο σε όσους αγαπάμε, ώστε συντομότερα να μπορέσουμε να κατακλύσουμε τους ναούς μας και να ευχαριστήσουμε τον Ύψιστο για την απαλλαγή μας από αυτή τη δοκιμασία.
Δεν είναι θέμα διλήμματος, παρά στάση υπεύθυνη για να βγούμε νικητές από αυτή τη δοκιμασία. Έτσι μόνο βοηθούμε όλους αυτούς που άοκνα εργάζονται στην πρώτη γραμμή της μάχης εναντίον της πανδημίας, μετουσιώνοντας το μήνυμα της αδελφικής αγάπης που κοινωνεί η Ανάσταση του Θεανθρώπου, σε αλληλέγγυα πράξη. Με σεβασμό στα Διατάγματα της Κυβέρνησης, συστρατευμένα και πειθαρχημένα, μπορούμε να νικήσουμε.
Εύχομαι Καλή Ανάσταση. Και είθε το Αναστάσιμο Φως να χαρίσει υγεία, γαλήνη και ευτυχία, και το θαύμα της νίκης της Ζωής επί του Θανάτου να εμψυχώνει όλες και όλους σε κάθε δοκιμασία της ζωής.
Πηγή: pio.gov.cy
Κήρυγμα στη Θεία Λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης
Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Μουσουρούλη
Τό Αἷμα τῆς Καινῆς Διαθήκης
«τοῦτο ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης»
Εἶναι βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Ὁ Κύριος μέ τούς δώδεκα στό ἀνώγαιον τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὁ ἥλιος ἔχει δύσει κι ἡ νύχτα πέφτει σιγά σιγά. Μέσα στό ὑπερῶον μέ τούς ἀναμμένους λύχνους σιωπή ἀπόλυτη ἁπλώνεται. Ἡ φωνή τοῦ Κυρίου ὑψώνεται ἐπιβλητική. Προφέρει λέξεις πού ποτέ μέχρι τότε δέν εἶχαν ἀκουσθεῖ. Μέσα σέ ἱερή ἀτμόσφαιρα, ἐνῶ οἱ μαθητές κυκλώνουν τήν ἱερή Τράπεζα, παίρνει στά χέρια του ὁ Κύριος τὸν ἄρτον, καί εὐχαριστήσας τόν προσφέρει στούς μαθητές του λέγοντας: «λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου». Κι ἔπειτα παίρνει στά χέρια του τό ποτήριον καί εὐχαριστήσας τό προσφέρει λέγοντας: «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης». Αὐτά εἶναι τά λόγια τῆς παραδόσεως τοῦ φρικτοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας.
Ἄς δοῦμε λοιπόν ἐμεῖς τήν ἱερή αὐτή ὥρα γιατί ὁ Κύριος ὀνομάζει τό αἷμα του αἷμα τῆς Καινῆς Διαθήκης καί πῶς αὐτό μᾶς εἰσάγει στήν αἰωνιότητα.
«τοῦτο ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης»
- Ὁ Κύριος ὀνομάζει τό αἷμα του, τό ὁποῖο θά χύσει σέ λίγο ἐπάνω στό σταυρό ὡς αἷμα τῆς Καινῆς Διαθήκης, σέ ἀντιδιαστολή μέ τό αἷμα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῆς συνθήκης δηλαδή πού σύναψε ὁ Θεός μέ τόν Ἰσραηλιτικό λαό στό ὄρος Σινᾶ· ἐκεῖ ὅπου ὁ Θεός παρέδωσε τό νόμο του καί ὑποσχέθηκε ὅτι θά προστατεύσει τό λαό του, καί θά τόν καταστήσει «λαόν περιούσιον, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον». Γιά νά ἐπικυρωθεῖ ὅμως ἡ Παλαιά Συνθήκη χρειάσθηκε αἷμα καί θυσία, τήν ὁποία πρόσφερε ὁ Μωϋσῆς σύμφωνα μέ τήν ἐντολή πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ἀφοῦ δηλαδή ὁ ἰσραηλιτικός λαός εἶπε μέ μία φωνή τό ναί στή συνθήκη τοῦ Θεοῦ, ὁ Μωϋσῆς ἔφτιαξε ἕνα θυσιαστήριο καί ἐκεῖ θυσίασε πλῆθος μόσχων. Ἔπειτα ράντισε μέ τό αἷμα τους τό θυσιαστήριο, τό λαό καί τό βιβλίο τοῦ νόμου, καί εἶπε: «Ἰδού τό αἷμα τῆς διαθήκης». Αὐτό ἦταν ἡ σφραγίδα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Κι ἔπειτα ὁ Μωϋσῆς ἀνέβηκε μαζί μέ τόν Ἀαρών καί τούς ἑβδομῆντα προεστούς στό ὄρος Σινᾶ. Κι ἐκεῖ εἶδαν ὅλοι τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἕνα φῶς θεῖο καί ὑπέρλπαμπρο. Εἶδαν τό μέρος ὅπου «ἔστησαν οἱ πόδες αὐτοῦ».
Ἡ θυσία ὅμως καί τό αἷμα τῆς Διαθήκης ἐκείνης, ἦταν τύπος καί σκιά. Προεικόνιζε τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ὡς αἰώνιος καί ὕψιστος ἀρχιερεύς καί ὡς ἀμνός τοῦ Θεοῦ ἄμωμος καί ἅγιος θά προσέφερε τόν ἑαυτό του ὡς θυσία εὐάρεστη στόν Θεό· γιά νά ὑπογράψει μέ τό Αἷμα του αὐτό τήν Καινή Διαθήκη, τή σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Καί τί θά πεῖ Καινή Διαθήκη; Θά πεῖ νέα συνθήκη, τήν ὁποία καταδέχεται νά συνάψει ὁ Θεός μέ μᾶς τούς ἁμαρτωλούς καί τιποτένιους, σάν νά ἦταν ἴσος πρός ἴσον. Συνθηκολογεῖ ὁ ἄπειρος Θεός μέ μᾶς τούς ἀσήμαντους ἀποστάτες! Ὁ ἅγιος καί ἀμόλυντος μέ μᾶς τούς ἄθλιους καί ἁμαρτωλούς. Πῶς θά μποροῦσε ὅμως νά πραγματοποιηθεῖ αὐτή ἡ συνθήκη; Ἔπρεπε νά βρεθεῖ μεσίτης, συμφιλιωτής. Νά λοιπόν γιατί ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος. Νά γιατί ἔχυσε τό Αἷμα του. Ἔγινε ὁ Κύριός μας μέ τή θυσία του θύτης καί θύμα καί μεσίτης γιά νά συμφιλιώσει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό. Ἔγραψε τό νέο του νόμο μέσα στίς καρδιές μας. Τόν ἐπικύρωσε ἀνεξίτηλα μέ αἷμα Δεσποτικό γιά νά εἶναι ἡ νέα συνθήκη του, ἡ Καινή Διαθήκη αἰώνια καί ἀνεξάληπτη. Καί τό Αἷμα αὐτό τό τίμιο, πού χύθηκε ἐπάνω στό σταυρό, τό πρόσφερε ὁ Χριστός μας ὡς θυσία εὐάρεστη ὄχι στή γῆ σέ κάποιο ἐπίγειο θυσιαστήριο, ἀλλά στό ὑπερουράνιο θυσιαστήριο, στά ἀληθινά Ἅγια, ὅπου «πρόδρομος ὑπέρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Ἰησοῦς». Γιά νά εἰσέλθουμε κι ἐμεῖς ἐκεῖ στόν αἰώνιο θρόνο του.
- Πῶς ὅμως τό αἷμα αὐτό τό Δεσποτικό τῆς Καινῆς Διαθήκης μᾶς εἰσάγει στήν αἰωνιότητα;
Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τό μυστήριο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ εἴσοδός μας στήν αἰωνιότητα. Διότι κάθε φορά πού ὁ Κύριός μας μᾶς καλεῖ λέγοντας: «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, μᾶς καλεῖ νά ἀνεβοῦμε ὄχι πλέον στό ὄρος Σινᾶ, ὅπου «ἔστησαν οἱ πόδες αὐτοῦ», ἀλλά στό θρόνο τῆς θείας δόξης, στά αἰώνια ἅγια τῶν ἁγίων, στήν αἰώνια Βασιλεία του! Νά γίνουμε ἐπίγειοι ἄγγελοι καί οὐράνιοι ἄνθρωποι. Νά γίνουμε ὅ,τι εἶναι αὐτός, θεοί ἐν μέσῳ θεῶν, αἰώνιοι ἄνθρωποι. Νά ζήσουμε μέσα στό θαῦμα τῆς αἰωνιότητος. Διότι μέσα στόν λειτουργικό χρόνο ὅλα γίνονται ἕνα διαρκές παρόν, ὅλα γίνονται αἰωνια, ἄπειρα. Μετέχοντας στό μυστήριο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἐξερχόμαστε ἀπό τό παρόν, ἀπό τόν τόπο καί τόν χρόνο καί εἰσερχόμαστε στήν αἰώνιο Ζωή, ὄχι μέ τήν φαντασία μας, ἀλλά πραγματικά.
Αὐτό ζοῦμε καί σήμερα. Βρισκόμαστε ἤδη στόν ναό τοῦ Θεοῦ, στόν ἐπίγειο οὐρανό, στόν ὁποῖο ὁ ἐπουράνιος Θεός ἐνοικεῖ καί ἐμπεριπατεῖ. Καί ἐμεῖς οἱ μικροί καί ἀνάξιοι στεκόμαστε ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Βασιλέως μαζί μέ τούς ἀγγέλους καί τούς ἁγίους, οἱ ὁποῖοι δορυφοροῦν τόν Βασιλέα τῆς κτίσεως μετά φόβου καί τρόμου.
Ὁ Χριστός μας, «ὁ ἄρτος τῆς Ζωῆς ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς καί ζωήν διδούς τῷ κόσμῳ» ἔχει κατέλθει καί σήμερα ἀπ’ τόν οὐρανό καί εἶναι ἀνάμεσά μας. Κι ἐμεῖς μέ τά μάτια τῆς πίστεως τόν βλέπουμε, τόν ἀκοῦμε, τόν ψηλαφοῦμε. Σαγηνευόμαστε ἀπό τή θέα τοῦ προσώπου του, γοητευόμαστε ἀπό τή διδασκαλία του. Συμπορευόμαστε σέ κάθε πορεία τῆς ἐπιγείου ζωῆς του καί συσταυρωνόμαστε μαζί του. Μετέχουμε τοῦ Δείπνου τοῦ Μυστικοῦ.
Διότι ἡ τέλεσις τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας δέν εἶναι ἐπανάληψη τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Μυστικός Δεῖπνος. «Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τελεῖ τό Μυστήριο, τό ἴδιο σῶμα καί αἷμα του προσφέρεται σέ μᾶς. Ἡ ἴδια φωνή τοῦ Χριστοῦ ἀκούγεται, κι ἐπιτελεῖ τήν θυσία», λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
Κι ἐμεῖς ἔχουμε ἤδη συνανακλιθεῖ μέ τόν Κύριο καί τούς Δώδεκα. Ἔχουμε ἐξέλθει ἀπό τόν χρόνο καί τόν τόπο. Βρισκόμαστε ἤδη στό ἀνώγαιον τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀξιωνόμαστε «ξενίας δεσποτικῆς καί ἀθανάτου τραπέζης ἐν ὑπερώῳ τόπῳ». Ἀκοῦμε ὄχι τή φωνή τοῦ ἱερέως ἀλλά τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος σέ λίγο θά μᾶς καλέσει νά τόν κοινωνήσουμε. Ἐκεῖνος θά μᾶς προσφέρει τό ἄχραντο σῶμα του καί τό τίμιο αἷμα του.
Καί περιμένουμε. Νά κοινωνήσουμε, νά πάρουμε μέσα μας τή ζωή, τήν Αἰώνιο Ζωή. Νά ζήσουμε τήν αἰωνιότητα «νῦν» καί «ἀεί». Περιμένουμε τόν Κύριο νά καθάρει τό νοῦ καί τήν ψυχή μας. Νά νεκρώσει μέσα μας τή φθορά καί τά πάθη μας. Νά καλλωπίσει τήν ψυχή μας, νά πυρώσει τήν καρδιά μας. Νά πάψουμε νά ὑπάρχουμε πλέον ἐμεῖς, νά σβήσουμε, νά χαθοῦμε! Καί νά ζεῖ πλεόν μέσα μας ὁ Χριστός, ἡ αἰώνια Ζωή.
******
«τοῦτο ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης»,
Ἀδελφοί, πόνος βαθύς αὐλακώνει τίς ψυχές ποιμένων καί ποιμαινομένων, διότι, καθώς σέ λίγο θά ἀνοίξει ἡ Ὡραία Πύλη, καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θά μᾶς καλέσει νά ἑνωθοῦμε μαζί του, λόγῳ τῶν ἐκτάκτων συνθηκῶν κάτω ἀπό τίς ὁποῖες διάγουμε, δέν θά μπορέσουμε νά ἀνταποκριθοῦμε αἰσθητῶς στήν πρόσκλησή Του, κι αὐτό μᾶς πονᾶ, μᾶς ταπεινώνει ἀλλά καί μᾶς ὁδηγεῖ σέ γόνιμη αὐτοκριτική γιά τή γνώση καί τή στάση μας ἀπέναντι στό μέγιστο τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅταν χάσεις κάτι, τότε τό ἐκτιμᾶς περισσότερο. Μέ βαθιά μετάνοια νά προσπέσουμε στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί νά ζητήσουμε μαζί μέ τήν ἄρση τῆς δοκιμασίας ἐκ τῆς λοιμικῆς νόσου, πού ἐμποδίζει τήν προσέλευσή μας στόν Ναό τοῦ Θεοῦ, καί τή συγγνώμη γιατί δέν καταλάβαμε καί ἴσως δέν ἐκτιμήσαμε ὅπως καί ὅσο πρέπει τί σημαίνει Θεία Εὐχαριστία. Καί ὅσοι ἀδελφοί μας ἔχουν ἐσφαλμένες ἀντιλήψεις γιά τό Μυστήριο, τούς παρακαλοῦμε θερμά νά πλησιάσουν τόν Χριστό, νά ἀφήσουν τό Φῶς Του νά εἰσέλθει στίς ψυχές καί τίς διάνοιές τους, καί τότε θά πεισθοῦν ἐκ τῶν πραγμάτων ὅτι «χρηστός ὁ Κύριος», τότε θά δοῦν τά πράγματα διαφορετικά. Βέβαια στό ἱερό Μυστήριο τόν Χριστό δέν θά τόν δοῦμε μέ τά φυσικά μας μάτια. Θά τόν αἰσθανθοῦμε ὅμως μέ τά μάτια τῆς πίστεως. Θά γίνουμε μέτοχοι ζωῆς αἰωνίου. Θά ‘ρθεῖ ὅμως κάποτε ἡ μεγάλη ὥρα. Ἐκεῖ στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν θά τόν μεταλαμβάνουμε «ἐκτυπώτερον», θά τόν κοινωνοῦμε αἰσθητότερα. Ἐκεῖ θά δοῦμε τή δόξα του, θά βλέπουμε αἰωνίως τό ἄρρητον κάλλος τοῦ προσώπου Του. Ἐκεῖ θά μᾶς μεταδίδει τήν ἀπεριόριστη μακαριότητα καί λαμπρότητά Του.
Ἄς περιμένουμε αὐτό τό μέγα μυστήριο μέ πόθο καί λαχτάρα. Κι ἄς τό προγευόμαστε κάθε φορά πού προσερχόμαστε στό μυστήριο τῆς Καινῆς Διαθήκης, στό ποτήριο τῆς αἰωνίου Ζωῆς.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου λειτουργός στον ι.ν. Αρχαγγέλου Μιχαήλ (Τρυπιώτη)
Στον ιστορικό Ιερό Ναό Αρχαγγέλου Μιχαήλ (Τρυπιώτη) στην εντός των τειχών Λευκωσία, τέλεσε τη Θεία Λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος.
Η επιλογή του συγκεκριμένου Ιερού Ναού για την τέλεση της μεστής θεολογικών νοημάτων Θείας Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου επ’ ευκαιρίᾳ της εορτής της παραδόσεως του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας του Κυρίου προς τους μαθητές Του, δεν είναι τυχαία, αφού 57 χρόνια προηγουμένως, σε αυτό τον Ιερό ναό, έλαβε χώρα η εις διάκονον χειροτονία του Προκαθημένου της Εκκλησίας Κύπρου από τον μακαριστό Χωρεπίσκοπο Τριμυθούντος (μετέπειτα Μητροπολίτη Νικαίας) κυρό Γεώργιο Παυλίδη.
Στη σημερινή λιτή, λόγω των συνεχιζόμενων περιοριστικών μέτρων, Αρχιερατική αυτή Λειτουργία, η υμνολογία και τα αναγνώσματα επικεντρώνονται σε δύο βασικά γεγονότα που χαρακτηρίζουν τις ιερές ακολουθίες της Αγίας και Μεγάλης Πέμπτης: τον Μυστικό Δείπνο του Κυρίου Ιησού Χριστού με τους μαθητές Του και την προδοσία του Ιούδα.
Για να καταλάβουμε το νόημα του μυστικού Δείπνου θα πρέπει να τον δούμε σαν τέλος της μεγαλειώδους ενέργειας της Θείας Αγάπης, η οποία άρχισε με τη δημιουργία του κόσμου και τώρα ολοκληρώνεται με το Θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού.
Με την αμαρτία όμως ο άνθρωπος αγάπησε τον εαυτό του για τον εαυτό του και τον κόσμο για τον κόσμο. Έκανε τον εαυτό του και τον κόσμο αυτοσκοπό. Αγάπησε τόσο τον εαυτό του ώστε τον έκανε το κέντρο, το περιεχόμενο και το τέλος της ύπαρξης του. Αν και ο άνθρωπος πρόδωσε, ο Θεός όμως έμεινε πιστός στον άνθρωπο, δεν έστριψε τα νώτα του. «Οὐ γὰρ ἀπεστράφης τὸ πλάσμα σου εἰς τέλος, ὃ ἐποίησας Ἀγαθέ, οὐδέ ἐπελάθου ἔργου χειρῶν σου, ἀλλ’ ἐπεσκέψω πολυτρόπως διὰ σπλάχνα ἐλέους σου». (Ευχή από τη Θεία Λειτουργία του Μεγ. Βασιλείου).
Αλλά αυτή η ώρα της έσχατης Αγάπης είναι επίσης και η ώρα της έσχατης προδοσίας. Ο Ιούδας εγκαταλείπει το φως που πλημμύριζε το «Μέγα Ἀνώγαιον» και μπαίνει στο σκοτάδι. «Λαβὼν οὖν τὸ ψωμίον ἐκεῖνος εὐθέως ἐξῆλθεν· ἦν δὲ νύξ» (Ἰω. 13, 30). Γιατί έφυγε; Διότι αγαπούσε, απαντάει το Ευαγγέλιο. Και αυτή η μοιραία αγάπη τονίζεται επαναληπτικά στους ύμνους της Μεγάλης Πέμπτης. «Ὁ τρόπος σου δολιότητος γέμει, παράνομε Ἰούδα· νοσῶν γὰρ φιλαργυρίαν, ἐκέρδησας μισανθρωπίαν · εἰ γὰρ πλοῦτον ἠγάπας, τί τῷ περὶ πτωχείας διδάσκοντι ἐφοίτας; Εἰ δὲ καὶ ἐφίλεις, ἵνα τί ἐπώλεις τὸν ἀτίμητον;…». Δεν έχει σημασία το γεγονός ότι αντικείμενο της αγάπης του Ιούδα ήταν ο «χρυσός». Ο χρυσός, το χρήμα εδώ αντιπροσωπεύει όλες τις διεστραμμένες και καταστρεπτικές αγάπες που οδηγούν τον άνθρωπο στην άρνηση του Θεού. Είναι, στην πραγματικότητα αγάπη κλεμμένη από τον Θεό και ακριβώς γι’ αυτό ο Ιούδας είναι ο κλέπτης. Και όταν κάποιος δεν αγαπάει τον Θεό και γενικά η αγάπη του δεν προέρχεται από τον Θεό, ακόμα και τότε ο άνθρωπος αγαπάει και επιθυμεί – γιατί είναι δημιουργημένος ν’ αγαπάει και η αγάπη είναι η φύση του – αλλά ένα σκοτεινό και αυτοκαταστροφικό πάθος που τον οδηγεί στο θάνατο.
Αρχιμ. Τριφύλλιος Ονησιφόρου
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου
Απεβίωσε, σε ηλικία 97 ετών, ο Κυριάκος Νεοκλέους (14.4.2020)
Ο Κυριάκος Νεοκλέους εκπαιδευτικός και ιδρυτής του Λυκείου Νεοκλέους, υπήρξε οραματιστής δάσκαλος και παιδαγωγός που γαλούχησε χιλιάδες νέους και άφησε παρακαταθήκες στον εκπαιδευτικό κόσμο της Κύπρου.
Μετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959 με το ψευδώνυμο «Έλμος». Μεταξύ 1950 και 1990 πρόσφερε υπηρεσίες ως μέλος ή πρόεδρος διοικητικών συμβουλίων θεατρικών οργανισμών, μορφωτικών συλλόγων, εκπαιδευτικών συνδέσμων, προσκοπικών εφορειών, καθώς και της Εταιρείας Ελληνικών Σπουδών (Τμήματος Κύπρου). Διετέλεσε Πρόεδρος του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1983-1988), αριστίνδην μέλος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου του Υπουργείου Παιδείας (1983-1986) και της Συμβουλευτικής Επιτροπής Ιδιωτικών Σχολών του Υπουργείου Παιδείας (1984-1986). Από το 19 61 μέχρι το 1983, που αφυπηρέτησε, υπηρετούσε ως λυκειάρχης.
Ο άνθρωπος Κυριάκος Νεοκλέους μέσα από τη σταδιοδρομία του κατάφερε να διακριθεί για το ήθος, αλλά και την ανιδιοτελή του προσφορά προς την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και την πατρίδα. Αναγνωρίζοντας την παιδεία ως το θεμέλιο λίθο της γενικής ανάπτυξης ενός τόπου, ο Κυριάκος Νεοκλέους έταξε τον εαυτό του με συνέπεια και αφοσίωση στην υπηρεσία των νέων, μεταλαμπαδεύοντας τους μέσα από τη διδασκαλία του, όχι μόνο τις γνώσεις του, αλλά και αξίες και ιδανικά.
Αναμφίβολα, η προσφορά του από τις αίθουσες διδασκαλίας, το βαρυσήμαντο και ιδιαίτερα πολύπτυχο συγγραφικό του έργο, αλλά και η πολύχρονη, πολύπλευρη και ουσιώδης δράση του που τον καταξίωσαν στα ελληνικά γράμματα και τον ελληνικό πολιτισμό, τον κατατάσσουν δικαίως στις σημαντικές προσωπικότητες της εκπαίδευσης της πατρίδας μας.
Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: Παρακολουθήστε Ζωντανά την Προηγιασμένη Θεία Λειτουργἴα Μεγάλης Τετάρτης (15/04/2020)
Κυριακή των Βαϊων Εσπέρας, Μεγάλη Δευτέρα Ορθρος (Άρχοντα Πρωτοψάλτη Θεόδουλου Καλλίνικου)
Η Α’ πλευρά του Δίσκου “Μεγάλη Εβδομας” (KRP 1 EMI, άγνωστης ημερομηνίας) επιμέλεια Θεόδουλου Καλλίνικου (πρωτοψάλτη καθεδρικού ναού, διευθυντή της σχολής βυζαντινής μουσικής)
1. Κρούσης κωδώνων
2. Ομιλητής
3. Αλληλούια
4. Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…
5. Αίτησις
6. Τα Πάθη τα Σεπτά
7. Η αχώρητος Θεού κατάβασις
8. Ο Ιακωβ ωδύρετο (Κοντάκιον)
9. Την Θεοτόκον και Μητέρα του Φωτός
10. Εμεγάλυνας Χριστέ
11. Αφορώντας εις εμέ
12. Αίτησις
13. Τον Νύμφωνά σου βλέπω
14. Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον
15. ΕΡχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος
16. Κύριε, ερχόμενος προς το πάθος
17. Αγαθόν το εξομολογείσθαι τω Κυρίω
Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: Παρακολουθήστε την Θ΄ Ώρα και Προηγιασμένη Θεία Λειτουργἴα Μεγάλης Τρίτης (14/04/2020)
Τυπική Διάταξη του Εσπερινού της Αγάπης
Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, σύμφωνα με την Τυπική Διάταξη, ενδύεται άπασαν την Αρχιερατική του στολή στο Μεγάλο Συνοδικό, ενώ αναγινώσκεται η Αναστάσιμη Ακολουθία της Θ΄ Ώρας, στην οποία συμμετέχουν οι ιερείς και οι διάκονοι.
Μετά την απόλυση της Θ’ Ώρας, ο Αρχιεπίσκοπος, συνοδευόμενος υπό των επισήμων, των κληρικών και των λαϊκών, κατέρχεται εν πομπή στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, όπου τελείται η ακολουθία του Πανηγυρικού Εσπερινού της Αγάπης. Κατά τη διάρκεια του Εσπερινού, ο Αρχιεπίσκοπος αναγινώσκει τμηματικώς το Ιερό Ευαγγέλιο στην ελληνική γλώσσα επί της Αγίας Τραπέζης, το οποίο επαναλαμβάνεται σε ξένες γλώσσες από τους ιερείς και τους διακόνους. Στη συνέχεια, ενώ ψάλλονται τα απόστιχα του Εσπερινού, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος με τον κλήρο και το λαό εξέρχονται από το ναό και, αφού προηγηθεί η λιτανεία στον περίβολο του Καθεδρικού, ανέρχονται εν πομπή στο Μέγα Συνοδικό, όπου γίνεται η απόλυση και ο αναστάσιμος διάλογος «Χριστός Ανέστη. Αληθώς Ανέστη. Δόξα τη αυτού τριημέρω εγέρσει. Προσκυνούμε αυτού την τριήμερον έγερσιν».
Κατόπιν ψάλλεται ο πολυχρονισμός του Αρχιεπισκόπου. Ακολούθως, εκδύεται την Αρχιερατική του στολή και ανταλλάσσει τον αναστάσιμο χαιρετισμό μετά του κλήρου και του λαού, διανέμοντας πασχαλινά αυγά.
Εκ του Ιερού Καθεδρικού Ναού
Η εικόνα της Σταύρωσης, Θεολογική ερμηνεία
Η εικόνα της Σταύρωσης, Θεολογική ερμηνεία
Δέσποινα Ιωάννου Βασιλείου
Εάν συγκρίνουμε μια δυτική εικόνα της σταυρώσεως με μια ορθόδοξη αμέσως θα διακρίνουμε τη διαφορά θεολογικής τέχνης. Η Δύση παρέμεινε προσκολλημένη στη Σταυρική θυσία. Στην δυτικές εικόνες τονίζεται περισσότερο ο ανθρώπινος πόνος του Χριστού πάνω στο σταυρό με αποτέλεσμα να εξαφανίζεται η θεότητά Του. Αντανακλάται η θλίψη και η εγκατάλειψη. Υπερτερεί το στοιχείο του φόβου, του δράματος και δεν υπάρχει καμία αναστάσιμη ένδειξη από τη δύναμη της ζωής Του. Ο ρεαλιστικός τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται το δράμα είναι φρικτός και μακάβριος με αποτέλεσμα να εκφράζεται μόνο η αποτυχία, η απόγνωση και η προοπτική της αθεΐας. Αντίθετα η ορθόδοξη εικόνα της Σταυρώσεως προσηλώνεται στην ιερουργία της δόξας του Θεού και μένει πιστή στο δόγμα της Εκκλησίας. Ακόμα και πάνω στο σταυρό ο Χριστός δηλώνει τη νίκη Του κατά της οδύνης και του θανάτου.
Ο Χριστός στο σταυρό δεν είναι μόνο ένας νεκρός, είναι ο Κύριος του θανάτου και της ζωής. Ο Μέγας Βασίλειος χαρακτηρίζει τον σταυρό του Χριστού ως «ζωοποιό» και το θάνατό του ως θάνατο ο οποίος εγκυμονεί τη ζωή με τη φράση «οὐκ ἧν δυνατὸν κρατεῖσθαι ὑπὸ τῆς φθορᾶς τὸν ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα ᾖ αὐτὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσι πρωτεύων». Το προαιώνιο σχέδιο του Θεού αρχίζει τώρα να εκπληρώνεται. Ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Αναμάρτητος παραμένει, παραδίδεται στο θάνατο για να σώσει τον άνθρωπο από το θάνατο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όλων των εποχών έχασε τη δύναμή του όταν ο Χριστός έγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄ 8). Γι΄ αυτό το λόγο η γη σείστηκε μπροστά στη δύναμή του σταυρωμένου Βασιλέα (Μτ. κζ΄ 51). Ο Επίσκοπος Διοκλείας «ατενίζοντας» το σταυρωμένο Χριστό, δε βλέπει μόνο ένα οδυνώμενο άνθρωπο αλλά ένα «Θεό ὀδυνώμενον». Όλη η πασχαλινή υμνολογία υπογραμμίζει ότι ο θάνατος του Χριστού πάνω στο σταυρό δεν ήταν αποτυχία, αλλά η νίκη κατά του θανάτου.
Ο Χριστός, πάνω στο Σταυρό είναι γυμνός, τυλιγμένος με ένα άσπρο πανί στη μέση. Τα μάτια Του είναι κλειστά και έχει το κεφάλι πεσμένο προς τα δεξιά. Ακόμη και η τέχνη υπακούει στα λόγια της Καινής Διαθήκης σύμφωνα με τη διήγηση του κατά Ιωάννην ευαγγελίου: «καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκεν τὸ πνεῦμα» (Ιων. ιθ΄ 30).
Η κάμψη του σώματός Του υποδηλώνει την εκπλήρωση της Σταυρικής θυσίας που συνοψίζεται στον τελευταίο λόγο «τετέλεσται» (Ιων. ιθ΄ 30). Ο Μέγας Συναξαριστής δικαιολογεί την πράξη αυτή του Χριστού λέγοντας ότι ο Χριστός επειδή πέθανε εκουσίως , πρώτα έκλινε το κεφάλι και μετά πέθανε. Με τη φράση «τετέλεσται» δίνει ο ίδιος την άδεια να τον προσεγγίσει ο θάνατος. Οι υπόλοιποι άνθρωποι επειδή πεθαίνουν χωρίς να το θέλουν, πρώτα πεθαίνουν και μετά κλίνουν το κεφάλι. Στην περίπτωση του Χριστού το θεϊκό μεγαλείο ακόμη και την ώρα του «τετέλεσται» δεν τον εγκαταλείπει.
Τα χέρια του είναι απλωμένα και οι παλάμες ανοικτές. «Ἥπλωσας τὰς παλάμας καὶ ἥνωσας τὰ τὸ πρὶν διεστῶτα» . Είναι σαν να προσεύχεται, σαν να αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους και να τους συμφιλιώνει με το Θεό. Περισσότερο από την οδύνη του μαρτυρίου κυριαρχεί η βασιλική μεγαλοπρέπεια και η γαλήνη. Υπογραμμίζεται η κένωση, η συγκατάβαση του Θεανθρώπου, η σωματική ακεραιότητα του οποίου υποδηλώνει την αφθαρσία.
Από την δεξιά πλευρά του Χριστού φαίνεται το αίμα και το νερό που έτρεξε (Ιων. ιθ΄ 34), όταν Τον λόγχισε ένας από τους στρατιώτες για να βεβαιωθούν όλοι ότι ήταν νεκρός. Το αίμα δηλώνει τον άνθρωπο, ενώ το νερό τον ως υπέρ άνθρωπο. Επίσης σημαίνει τα δύο βαπτίσματα. Το ένα με το νερό και το άλλο με το αίμα του μαρτυρίου. Ένα τροπάριο της Μεγάλης Πέμπτης παρομοιάζει την πλευρά του Χριστού με την πηγή που υπήρχε και πότιζε τον Παράδεισο. Όπως τότε η μια πηγή πότιζε τον Παράδεισο έτσι και η πλευρά του Χριστού ως πηγή ποτίζει την Εκκλησία. Στους μακαρισμούς του όρθρου της Μεγάλης Παρασκευής διαβάζουμε σχετικά με την πλευρά του Χριστού τα εξής: «Ἡ ζωηφόρος σου πλευρά, ὡς ἐξ Ἐδέμ πηγή ἀναβλύζουσα, τὴν Ἑκκλησίαν σου, Χριστέ, ὡς λογικὸν ποτίζει Παράδεισον…» . Αναφορικά τώρα με την ερμηνευτική προσέγγιση των άλλων τεσσάρων πληγών του Χριστού, δηλαδή αυτές στα χέρια και στα πόδια, μπορούμε να πούμε ότι είναι τα τέσσερα Ευαγγέλια που με αυτά αρδεύεται ο κόσμος και διδάσκεται τη σωτηρία του. Το παραπάνω τροπάριο στους μακαρισμούς συνεχίζει: «ἐντεῦθεν μερίζουσα ὡς εἰς ἀρχὰς, εἰς τέσσερα Εὐαγγέλια, τὸν κόσμον ἀρδεύουσα, τὴν κτίσιν εὐφραίνουσα καὶ τὰ ἔθνη πιστῶς διδάσκουσα προσκυνεῖν τὴν Βασιλείαν σου».
Επίσης το λόγχισμα της πλευράς Του έγινε ώστε να γιατρευτεί η πλευρά του Αδάμ και έτσι να σωθεί και η γυναίκα. Ο Θεός κοίμησε τον Αδάμ μέσα στο Παράδεισο, για να πάρει από την πλευρά του και να δημιουργήσει την Εύα (Γεν. β΄ 21-22). Γι’ αυτό και στο νέο Αδάμ, το Χριστό, αφού κοιμήθηκε πάνω στο σταυρό κεντήθηκε η πλευρά Του, ώστε να σώσει και την Εύα – γυναίκα . «Λογχευθεὶς τὴν πλευράν, Πλαστουργέ μου, ἐξ αὐτῆς εἰργάσω τὴν ἀνάπλασιν τὴν τῆς Εὔας, Ἀδὰμ γενόμενος, ἀφυπνώσας ὑπερφυῶς, ὕπνον φυσίζωον καὶ ζωὴν ἐγείρας ἐξ ὕπνου καὶ τῆς σαρκὸς ὡς παντοδύναμος».
Στο κεφάλι του φόρεσαν στεφάνι από αγκάθια ώστε με τη δική του υπακοή να φέρει ηρεμία στη γη, η οποία καλλιεργήθηκε με τα αγκάθια της παρακοής. Οι ορθόδοξοι αγιογράφοι δεν τοποθετούν το αγκάθινο στεφάνι στο κεφάλι του Χριστού γιατί το θεωρούν όργανο εμπαιγμού. Επίσης δεν γράφουν την επιγραφή, «Ι.Ν.Β.Ι», δηλαδή «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων» όπως έγραψαν τότε οι σταυρωτές, γιατί με αυτή χλεύαζαν το Χριστό. Τώρα πάνω από το κεφάλι Του βρίσκεται η επιγραφή «οβcλτδξc», δηλαδή «ο βασιλεύς της δόξης». Είναι έκφραση που χρησιμοποίησε ο Απόστολος Παύλος σε επιστολή του προς Κορινθίους (Α΄ Κορ. β΄ 8).
Τα πόδια Του είναι ενωμένα και τα γόνατα λίγο διπλωμένα. Πατούν σε υποπόδιο και το κάθε πόδι έχει καρφί. Ποτέ δεν πρέπει να είναι καρφωμένα το ένα πάνω στο άλλο με ένα και μόνο καρφί όπως συνηθίζουν οι δυτικοί ζωγράφοι. Ο Ειρηναίος και ο Ιουστίνος αναφέρουν ότι ήταν αναγκαία η χρήση του υποποδίου, ώστε να καρφωθούν σε αυτό τα πόδια. Έτσι εκπληρώθηκε ο Δαβιδικός ψαλμός «ὑψοῦται κύριον τὸν θεὸν ἡμῶν καὶ προσκυνεῖτε τῷ ὑποποδίῳ τῶν ποδῶν αὐτοῦ ὅτι ἅγιός ἐστιν» (Ψαλμ. 98: 5). Το υποπόδιο έχει ελαφριά κλίση για να τονίσει την αξία του δεξιού ληστή από την κατάντια του αριστερού. Το τροπάριο της ενάτης ώρας συγκρίνει το σταυρό με ένα ζυγό. Από τη μια ο ζυγός δικαιοσύνης και από την άλλη ο ζυγός της πτώσης. Παρουσιάζεται ως ζυγαριά που θα κρίνει τους ανθρώπους έχοντας ως ύψιστο πρότυπο θυσιαστικής αγάπης το Χριστό που πρόσφερε τον εαυτό Του για να σώσει την ανθρωπότητα.
Ανατρέχοντας λοιπόν στο γεγονός που αναφέρει το βιβλίο της Γένεσης βρίσκουμε την προέλευση του τρισένθετου ξύλου. Ο Λωτ μετά την καταστροφή των Σοδόμων, κατέφυγε σε κάποιο σπήλαιο μαζί με τις θυγατέρες του, οι οποίες αφού τον μέθυσαν κατά δύο διαδοχικά βράδια κοιμήθηκαν μαζί του με σκοπό την τεκνογονία (Γεν. ιθ΄ 30-36). Σύμφωνα με μια αρχαία Συριακή παράδοση, ο Λώτ μετανοημένος εξαγορεύτηκε στο θείο του, τον Πατριάρχη Αβραάμ. Παρόλα αυτά, καθημερινά δεν σταματούσε να παρακαλεί το Θεό για να τον συγχωρέσει. Κάποια μέρα φάνηκε μπροστά του ένας άγγελος και του έδωσε ένα ραβδί με την εντολή να το ποτίζει. Εάν βλαστούσε, θα ήταν σημάδι ότι ο Θεός δέχθηκε τη μετάνοια του. Γεμάτος χαρά έκανε όπως του υπέδειξε ο άγγελος. Πήγαινε στον Ιορδάνη ποταμό, γέμιζε το δοχείο του νερό και καθώς επέστρεφε ο διάβολος μεταμορφωνόταν σε φτωχό άνθρωπο και του ζητούσε νερό. Λίγο πιο πέρα έβρισκε δεύτερο και τρίτο , μέχρι που το νερό εξαντλώταν. Αυτό έγινε αρκετές φορές και ο Λωτ άρχισε να απελπίζεται, διότι το ραβδί θα ξηραινόταν. Μόνο μια φορά κατάφερε να το ποτίσει. Τότε φάνηκε άγγελος Κυρίου και τον πληροφόρησε, ότι το ραβδί βλάστησε και μάλιστα με κλαδιά του αποτελούνταν από τρία είδη δέντρων. Πεύκο, κέδρο, κυπαρίσσι. Τότε βεβαιώθηκε ότι ο Θεός δέχθηκε τη μετάνοιά του. Ο Προφήτης Ησαΐας αναφέρει σχετικά με τα τρία αυτά είδη ξύλου τα εξής: «καὶ ἡ δόξα τοῦ Λιβάνου πρὸς σὲ ἥξει ἐν κυπαρίσσῳ καὶ πεύκῃ καὶ κέδρῳ ἅμα δοξάσαι τὸν τόπον τὸν ἅγιόν μου» (Ησ. ξ΄ 13).
Όταν ο βασιλιάς Σολόμωντας είδε το τρισένθετο δέντρο, διέταξε να το κόψουν και να το χρησιμοποιήσουν στην ανοικοδόμηση του ναού. Όμως σε καμία περίπτωση δεν ταίριαζε. Άλλοτε μίκραινε και άλλοτε μεγάλωνε. Έτσι το ονόμασαν ξύλο της κατάρας και το άφησαν αχρησιμοποίητο. Αυτό το ξύλο χρησιμοποίησαν για να κάνουν το σταυρό του Χριστού. Έτσι σύμφωνα με την παράδοση ο σταυρός του Χριστού ήταν κατασκευασμένος από το ξύλο του δέντρου της ζωής της Εδέμ.
Έτσι από ξύλο της κατάρας έγινε ξύλο της ευλογίας. Ο Άγιος Ειρηναίος αναφέρει ότι επειδή ο θάνατος προήλθε δια μέσου του ξύλου, έπρεπε δια μέσου του ξύλου να έλθει η ζωή και η Ανάσταση. Το ξύλο της Εδέμ έγινε η αιτία της πτώσεως των πρωτοπλάστων. Εξαιτίας του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού ο γενάρχης Αδάμ έπεσε και έγινε θνητός. Το ξύλο του σταυρού έγινε η αιτία να ξαναγίνει πάλι ο άνθρωπος αθάνατος. Έτσι ο σταυρός του Χριστού κατάργησε την απελπισία και την κατάρα.
Με τα τέσσερα μέρη του σταυρού, εικονίζονται τα τέσσερα μέρη της γης. Ανατολή, Δύση, Άρκτος και Μεσημβρία. Με τα αρχικά των λέξεων σχηματίζεται το όνομα του Αδάμ. Ο Χριστός για να αγιάσει τα τέσσερα μέρη του κόσμου και να σώσει τον Αδάμ καταδέχθηκε σταυρικό θάνατο. Συγχρόνως να μαζέψει τα τέσσερα μέρη της γης. «Συνάξει ἐκ τῶν τεσσάρων πτερύγων τῆς γῆς» (Ησ. ια΄ 12). Ο σταυρός από σύμβολο ατιμίας που ήταν προ Χριστού, τώρα με την σταυρική Του θυσία καθαγιάζεται. Έτσι πάνω στο σταυρό τελέστηκε το μέγα μυστήριο της απολυτρώσεώς μας.
Ο σταυρός του Χριστού είναι ριζωμένος στο κέντρο της γης, στον ομφαλό του κόσμου. Το πόδι του σταυρού εισέρχεται σε ένα μαύρο σπήλαιο που μέσα βρίσκεται ένα κρανίο. Σύμφωνα με την παράδοση ο Αδάμ πέθανε και τάφηκε στο Γολγοθά. Όπως μεταφράζεται από τα εβραϊκά η λέξη Γολγοθάς, σημαίνει τόπος κρανίου. Άρα το κρανίο είναι του Αδάμ και όπως αναφέρουν ο Άγιος Επιφάνιος, ο Μέγας Βασίλειος αλλά και ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός «ᾠκονομήθη, ἵνα ὅπου ὁ παλαιός Ἀδάμ ἔπεσεν ὑπό τοῦ θανάτου, ἐκεῖ καὶ τὸ τοῦ νέου Ἀδάμ (τοῦ Χριστοῦ) τρόπαιον στῇ κατά τοῦ θανάτου, λέγω δή τὸν σταυρόν». Το άγιο αναμάρτητο αίμα του Χριστού ποτίζει το Κρανίο του Αδάμ εκπροσώπου της ανθρωπότητας, ώστε και όλοι οι απόγονοί του να σωθούν από τη θυσία του Χριστού και να επανακτήσουν την ζωή. Στην εικόνα της Γεννήσεως «Ὁ Χριστός γεννιέται στήν καρδιά τοῦ σκότους» ενώ «Ἀπολύτρωση πραγματοποιεῖται στό ἐπίκεντρο τοῦ κόσμου», στον όμφαλό της γης, που είναι ο Γολγοθάς.
Οι πρωτοχριστιανικές θυσίες των Ιουδαίων και των εθνικών ήταν «τύπος καὶ σκιὰ τῶν μελλόντων ἀγαθῶν». Προετοίμαζαν για την αποδοχή της μόνης λυτρωτικής θυσίας. Κανένα μέχρι τότε θυσιασμένο ζωντανό δεν κατάφερε να σώσει το ανθρώπινο γένος από την αμαρτία και το θάνατο, γιατί και αυτό μέσα του είχε την αμαρτία. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει σχετικά : «…ἀδύνατον γὰρ αἷμα ταύρων καὶ τράγων ἀφαιρεῖν ἁμαρτίας» (Εβρ. ι΄ 4). Μόνο ο Θεάνθρωπος Χριστός που για αιώνες τον περίμενε η ανθρωπότητα να έρθει, έσωσε τον κόσμο από τη φθορά και το θάνατο. Έπρεπε να υπάρξει πραγματικός άνθρωπος χωρίς αμαρτία για να σώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία «τὸ γὰρ ἀπρόσληπτον καὶ ἀθεράπευτον». Το αίμα του Χριστού δεν πραγματοποιεί απλώς μια πρόσκαιρη κάθαρση. Καθαρίζει την ίδια τη συνείδηση τον «ἔσω ἄνθρωπο» από κάθε νεκρό και αμαρτωλό έργο. Τα έργα της αμαρτίας είναι εκείνα που μολύνουν πνευματικά και οντολογικά τον άνθρωπο στην ίδια του τη φύση. Το αίμα του Χριστού γίνεται «λουτρὸν παλιγγενεσίας» όλης της ανθρώπινης ύπαρξης (Τίτ. γ΄ 5). Το αίμα αγγίζει το κρανίο του Αδάμ με αποτέλεσμα να λυτρώνει όλους τους απογόνους του. «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου, τῷ τιμίῳ σου Αἵματι τῷ σταυρῷ προσηλωθεὶς καὶ τῇ λόγχῃ κεντιθείς, τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις». Το παράδειγμα της αναίμακτης θυσίας, που δόθηκε από τον ίδιο το Χριστό κατά την ώρα του Μυστικού Δείπνου συνεχίζεται, γιατί έχει μεγάλη αξία για τη σωτηρία του κάθε Χριστιανού.
Η Παναγία βρίσκεται πάντοτε στα δεξιά του Χριστού. Το δεξί της χέρι δείχνει το σταυρό και έχει σχήμα ικεσίας ενώ το αριστερό με την ακινησία του τονίζει την κίνηση του δεξιού . Έτσι από το ένα χέρι στο άλλο περνά η τραγική φωνή της σιωπής. Είναι η στιγμή που διαπερνά την καρδιά της δίκοπο ξίφος, όπως το προφήτεψε ο Προφήτης Συμεών. Πίσω βρίσκονται άλλες γυναίκες οι οποίες όπως αναφέρουν οι Ευαγγελιστές βρίσκονταν κοντά στο σταυρό. «Εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή» (Ιων. ιθ΄ 25).
Στα αριστερά του Σταυρού στέκεται ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού, ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Είναι βυθισμένος σε σκέψεις. Το χέρι του αγγίζει το κεφάλι, και είναι ελαφρά σκυμμένος. Το βλέμμα του είναι απλανές και σκέφτεται το μυστήριο του πάθους.
Πίσω από τον Ιωάννη εικονίζεται ο εκατόνταρχος, αρματωμένος με πανοπλία. Έχει τεντωμένο το δεξί του χέρι προς την πλευρά του Χριστού. Είναι η στιγμή που αναφωνεί «ὅντως ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος ἦν» (Λκ. βγ΄ 47).
Στον ουρανό εικονίζονται ο ήλιος και η σελήνη με ανθρώπινες μορφές. Ο ήλιος είναι κόκκινος αιματώδης, η δε σελήνη με γκρίζο χρώμα .Οι ακτίνες τους είναι γυρισμένες προς το μέρος του Χριστού. Είναι το σημείο που ο ουρανός σκοτείνιασε κατά τη σταύρωση (Λκ. κγ΄ 4). Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σχολιάζοντας τα φυσικά φαινόμενα αναφέρει ότι ακόμη και ο αισθητός ήλιος βλέποντας τον ήλιο της δικαιοσύνης, να υβρίζεται από τους παράνομους Ιουδαίους δεν άντεξε να βλέπει την αυθάδεια, κρύφτηκε και βύθισε τη γη στο σκοτάδι. Έκρινε ότι ήταν άπρεπο να συνεργεί στο έγκλημα φωτίζοντας τα μάτια εκείνων οι οποίοι διέπρατταν τη μεγάλη ασέβεια. Όχι μόνο ο ήλιος κι η σελήνη αντέδρασαν αλλά, όπως μας αναφέρουν οι Ευαγγελιστές, έγινε σεισμός και οι πέτρες σχίστηκαν (Μτ. κζ΄ 51).
Υπάρχουν περιπτώσεις που εικονίζονται και άγγελοι, με καλυμμένα τα χέρια να υπηρετούν τη θυσία του Χριστού. Από τη λογχισμένη πλευρά του Χριστού «ἐξῆλθεν εὐθὺς αἷμα καὶ ὕδωρ» (Ιων. ιθ΄ 34). Άγγελοι γεμίζουν το ποτήριο με το αναμάρτητο αίμα Του. Το ποτήριο αυτό συμβολίζει την κολυμβήθρα αλλά και το άγιο ποτήριο, δύο μυστήρια βασικά για τη σωτηρία του ανθρώπου. Άλλοι άγγελοι καλύπτουν τα πρόσωπά τους για να μην αντικρίσουν το φρικτό θέαμα. Σπάνια παρουσιάζεται άγγελος να συνοδεύει μια γυναικεία φιγούρα, η οποία συμβολίζει την Εκκλησία, ενώ από την άλλη μεριά ένας άλλος άγγελος διώχνει μια άλλη γυναικεία φιγούρα, η οποία συμβολίζει την Συναγωγή.
Ομιλία Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρου την Κυριακή των Βαΐων (12 Απριλίου 2020)
Γιορτάζει σήμερα, αγαπητοί χριστιανοί, η Αγία μας Εκκλησία την Κυριακή των Βαΐων, δηλαδή την πανηγυρική είσοδο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα.Έξι μέρες πριν το Πάσχα, μας λέγουν οι ιεροί Ευαγγελιστές, ο Κύριος βρισκόταν στη Βηθανία, εκεί όπου είχε αναστήσει εκ νεκρών τον φίλο του τον Λάζαρο.
Μετά το δείπνο στο σπίτι του Λαζάρου, της Μάρθας και της Μαρίας έστειλε ο Χριστός δύο από τους μαθητές του, του έφεραν ένα νεαρό γαϊδούρι και την επομένη μέρα, καθήμενος πάνω στο γαϊδούρι αυτό έμπαινε θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα. Τα πλήθη ζητωκραυγάζουν. Σείουν τα βάϊα των φοινίκων, σαν άλλες σημαίες θριάμβου και νίκης. Στρώνουν στη γη τα ιμάτια τους για να περάσει ο Ιησούς. Οι ζητωκραυγές και οι ιαχές συγκλονίζουν τους αιθέρες. Το «ὡσαννά» ακούεται μυριόστομο από όλους τους εβραίους, μα πιο πολύ από τα παιδιά, ακόμα και από τα θηλάζοντα βρέφη, για να εκπληρωθεί και η προφητεία του Δαβίδ: «ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον».
«Ὡσαννά εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ Βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ» ακούγεται μυριόστομη η φωνή. Μια φωνή βαθιά από την καρδιά βγαλμένη, εκρηκτική, χρόνια μέσα στα στήθη τους κρυμμένη, για τον αναμενόμενο Μεσσία – Λυτρωτή.
«Μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου» είχε προειπεί ο προφήτης. Και νάτον ήρθε –σκέπτονται οι όχλοι- και ο θρόνος τώρα θα στηθεί κι ο τύραννος και δυνάστης τώρα θα πέσει. Ήρθε η στιγμή. Ο Ιησούς είναι ο νέος Βασιλιάς, ο υιός του Δαβίδ, ο Μεσσίας ο αναμενόμενος. Τέτοιο νικητή τον περιμένουν τα πλήθη. Τροπαιούχο νικητή, Βασιλιά, κυρίαρχο και κοσμοκράτορα τον θέλουν. Να σπάσει τα δεσμά και να ταπεινώσει την αδάμαστη Ρώμη. Να γκρεμίσει τη Ρώμη και να ανακηρύξει πρωτεύουσα όλου του κόσμου την Ιερουσαλήμ. Να διαλύσει τον ρωμαϊκό στρατό και να συγκροτήσει τον εβραϊκό. Να κατεβάσει τον Καίσαρα και να αναλάβει αυτός Αυτοκράτορας.
Τρομερή, όμως, η παρανόηση των Εβραίων. Δεν κατάλαβαν ότι η βασιλεία του Χριστού «οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», δεν κατάλαβαν ότι ο θρόνος του Χριστού δεν θα στηθεί στη Ρώμη. Αλλά στον Γολγοθά, δεν κατάλαβαν ότι ο Χριστός δεν ήρθε να κατακτήσει υλικούς τόπους, αλλά καρδιές. Δεν κατάλαβαν ότι δεν ήρθε να κάνει επίδειξη δυνάμεως και χρήση βίας, αλλά αγάπης, ταπείνωσης και ελευθερίας.
Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: Παρακολουθήστε Ζωντανά τον Όρθρο της Μεγάλης Τρίτης (13/04/2020)
Η μουσική ως αποκάλυψη
ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Σ. ΦΩΤΙΟΥ*
Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τα τραγούδια σε τρία επίπεδα. Στο πιο χαμηλό επίπεδο ανήκουν τα τραγούδια εκείνα που ωθούν τους ανθρώπους να καλύψουν: να αποκρύψουν δηλαδή τα τίμια και μέγιστα της ζωής, τις υπαρξιακές αναζητήσεις, τον επώδυνο προβληματισμό. Να αποσιωπήσουν κάθε απορία για τα αίτια της μοναξιάς και του χωρισμού, της ασθένειας και της δυστυχίας, του τραγικού της ζωής και της αγωνίας ενώπιον του θανάτου. Γι’ αυτό και τα τραγούδια αυτά είναι τραγούδια χθαμαλά, αναφέρονται σε πράγματα τετριμμένα και ασήμαντα, η μουσική τους είναι ατάλαντη και οι στίχοι τους πτωχοί. Kύριο, έτσι, χαρακτηριστικό των τραγουδιών αυτών είναι η ψευδεπίγραφη «χαρά». Πρόκειται για χαζοχαρούμενα τραγουδάκια που κρατούν τους ανθρώπους καθηλωμένους στα ουτιδανά και τα ευτελή.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανήκουν τα τραγούδια εκείνα που ωθούν τους ανθρώπους να ανα-καλύψουν: τουτέστιν να προβληματιστούν για την αποξένωση των ανθρώπων και την αλλοτρίωση της κοινωνίας, για τη βία και το κακό που μαστίζουν την ιστορία. Τα τραγούδια αυτά καλούν τους ανθρώπους να αντιληφθούν ότι ζούνε σε ένα κόσμο «τραγικά παράλογο και παράλογα τραγικό». Γι’ αυτό και τα τραγούδια αυτά είναι τραγούδια υψηλά, αναφέρονται σε καίρια υπαρξιακά ζητήματα, η μουσική τους είναι καινοφανής και οι στίχοι τους πληγωμένοι. Kύριο, έτσι, χαρακτηριστικό των τραγουδιών αυτών είναι η λύπη. Πρόκειται για τραγούδια που απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν αφυπνισθεί από κάθε πνευματικό λήθαργο.
Σ᾽ ένα τρίτο επίπεδο ανήκουν τα τραγούδια εκείνα που ωθούν τους ανθρώπους να απο-καλύψουν: ήτοι να πιστοποιήσουν ότι υπάρχει ελπίδα και λύτρωση, ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει και να μεταμορφωθεί. Τα τραγούδια αυτά καλούν τους ανθρώπους να βιώσουν την αγάπη του Θεού, την ομορφιά της δοτικότητας, την ωραιότητα της κτίσης, τη νίκη επί του θανάτου. Χωρίς να αποκρύβουν τις ανθρώπινες αστοχίες, τα τραγούδια αυτά αγγέλουν μήνυμα καθολικής ανακαίνισης. Kύριο, έτσι, χαρακτηριστικό των τραγουδιών αυτών είναι η χαρμολύπη. Λύπη, για τη διαμάχη και διαπάλη μεταξύ ανθρώπων και λαών· χάρμα, χαρά, γιατί ο έσχατος λόγος ανήκει στη συμφιλίωση και την καταλλαγή. Ως εκ τούτου πρόκειται για τραγούδια που άγουν στην υπαρξιακή πληρότητα και την καταξίωση της ζωής.
Τα τραγούδια του δεύτερου και του τρίτου επιπέδου αναδεικνύουν τα πρώτιστα της ύπαρξης: τον Θεό, τον άνθρωπο, τον κόσμο· την ελευθερία, την αγάπη, την αδελφοσύνη· τον έρωτα, τη φιλία, την τρυφερότητα. Θυμίζουν ότι ιδρυτική πράξη της ζωής είναι η συν-ύπαρξη, η συν-έργεια, η συν-αδέλφωση. Συντελούν στην ορθή ιεράρχηση αναγκών, στη διάκριση πρώτου και ύστερου, ουσιώδους και επουσιώδους. Δίνοντας νόημα στην ύπαρξη τα τραγούδια αυτά μαθαίνουν τους ανθρώπους να ζούν, τους εισάγουν στη ζωή του θαύματος, στο θαύμα της ζωής. Τους ικανώνουν να ευφραίνονται την παιδική αθωότητα, την ώριμη δημιουργικότητα, τη γεροντική σοφία.
Ανθυπομέτριοι τεχνοκράτες υποτιμούν το Μάθημα της Μουσικής και το παραγνωρίζουν. Η μουσική όμως, όπως και κάθε άλλο μάθημα, είναι διαφορετική όψη της αλήθειας, εκφράζει την όλη ζωή. Συνεπώς όλα τα μαθήματα είναι ισότιμα. Μέσω της μουσικής ο μαθητής διδάσκεται ήθος επικοινωνίας, δηλαδή γλώσσα· σχέση με τον Θεό, δηλαδή θρησκευτικά· σχέση με τον χρόνο, δηλαδή ιστορία· σχέση με τον χώρο, δηλαδή γεωγραφία· σχέση με τη λογικότητα του κόσμου, δηλαδή μαθηματικά· σχέση με το σώμα, δηλαδή φυσική αγωγή, κ.ο.κ. Όπως το λέει άλλωστε η λέξη, μουσική σημαίνει συνάντηση με τις μούσες, τις προστάτιδες των γραμμάτων και των τεχνών. Όχι τυχαία, μητέρα των μουσών είναι η μνημοσύνη. Συνεπώς η μουσική καλλιεργεί τη μνήμη: να μην λησμονεί ο άνθρωπος ποια είναι η υπαρξιακή του στοχοθεσία. Να θυμάται ότι πρώτιστή του μέριμνα πρέπει να είναι η θεογνωσία και η αυτογνωσία, η κοινωνικότητα και η οικολογική ευαισθησία.
Σε καιρούς αυτοπεριορισμού ας ακούσουμε τραγούδια που κομίζουν πίστη και παραμυθία, ελπίδα και ανάταση· σε τελική ανάλυση, ας επιλέξουμε ψυχαγωγία ζωής.
Της αγάπης αίματα: https://www.youtube.com/watch?v=v48XlnlHp2c
*Καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου και Ιδρυτικό Μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας.
Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: Παρακολουθήστε Ζωντανά τη Θ΄ Ώρα και Προηγιασμένη Θεία Λειτουργἴα Μεγάλης Δευτέρας (13/04/2020)
Ο Κύπριος νεομάρτυρας Γεώργιος
Kωστής Kοκκινόφτας
Kέντρο Mελετών Iεράς Mονής Kύκκου
Ο ΚΥΠΡΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Περί των Nεομαρτύρων
Oι Nεομάρτυρες είναι μία ιδιότυπη κατηγορία Aγίων των νεότερων χρόνων, η οποία χαρακτηρίζεται αφενός από τον φορέα που επέβαλλε το μαρτύριο, δηλαδή τον Tούρκο κατακτητή, και αφετέρου από την εμμονή του Mάρτυρα στην Oρθόδοξη πίστη. Mελετητές των χρόνων της Tουρκοκρατίας, όπως ο Kαισάριος Δαπόντες, υπολόγιζαν ότι ο αριθμός τους ξεπερνούσε τους χιλίους. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι ο αριθμός αυτός είναι άγνωστος, όπως και τα ονόματά τους, εκτός από ορισμένους, για τους οποίους έχουν δημοσιευτεί βιογραφικά στοιχεία. Για παράδειγμα, ο Όσιος Nικόδημος ο Aγιορείτης περιλαμβάνει αναφορές σε 87 Nεομάρτυρες στο «Nέον Mαρτυρολόγιον» (1799), στη δεύτερη έκδοση του οποίου προστέθηκαν άλλοι επτά (1856), ο Kωνσταντίνος Σάθας παραθέτει 101 ονόματα, σημειώνοντας ότι ο κατάλογός του δεν ήταν πλήρης (1872), ενώ νεότερη μελέτη, του Iωάννη Περαντώνη, τους ανεβάζει σε 169 (1972).
Στην πλειονότητά τους οι Nεομάρτυρες ήταν άνθρωποι απλοί, με ταπεινά επαγγέλματα, άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι βίωναν εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την Oρθόδοξη πνευματικότητα, δηλαδή συμμετείχαν στα μυστήρια της Eκκλησίας και μελετούσαν την Aγία Γραφή. H επίδραση της θυσίας τους στη λαϊκή συνείδηση υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική, αφού ήταν μήνυμα αντίστασης και πηγή δύναμης για τους υπόδουλους και τους καλούσε να διατηρήσουν τη χριστιανική τους πίστη, η άρνηση της οποίας σήμαινε υιοθέτηση του τουρκικού προτύπου ζωής. Σε αυτό συνέτεινε το γεγονός, ότι οι περισσότεροι από τους Nεομάρτυρες προέρχονταν από τα λαϊκά στρώματα και ήταν σε άμεση συνάφεια με τους υπόλοιπους Xριστιανούς, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να στηρίζονται στην πίστη τους, αφού έβλεπαν συνανθρώπους τους, όμοιους με αυτούς, οι οποίοι δεν είχαν ζήσει πολύχρονους ασκητικούς αγώνες, να περιφρονούν τον κατακτητή και να ομολογούν θαρραλέα την αγάπη τους για τον Χριστό.
Ανάμεσα στους Νεομάρτυρες των χρόνων της Τουρκοκρατίας περιλαμβάνονται και τρεις Κύπριοι, οι Γεώργιος (†1752), Πολύδωρος (†1793) και Μιχαήλ (†1836). Οι δύο πρώτοι, οι οποίοι μαρτύρησαν στην Πτολεμαΐδα της Παλαιστίνης και στη Νέα Έφεσο της Μικράς Ασίας, ήταν ευρέως γνωστοί στο νησί, λόγω της συμπερίληψης του συναξαρίου τους στο «Nέον Mαρτυρολόγιον» του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη, αλλά και λόγω της ευρύτατης αναφοράς στον βίο και το μαρτύριό τους σε Αγιολόγια και σε άλλα ιστορικά και εκκλησιαστικά έντυπα. O Nεομάρτυρας Μιχαήλ, όμως, μόλις τα τελευταία χρόνια έγινε γνωστός, ύστερα από τη επίσημη διακήρυξη της αγιότητάς του από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το 1985. Eίναι αξιοσημείωτο, ότι και οι τρεις τους μαρτύρησαν μακριά από την ιδιαίτερη πατρίδα τους, γεγονός που αντιβαίνει προς τον γενικό κανόνα, όπως τον διέσωσε ο Πατριάρχης Iεροσολύμων (1660-1669) Nεκτάριος, σύμφωνα με τον οποίο δεν υπήρχε περιοχή στην Oθωμανική Αυτοκρατορία, που να μην έχει να επιδείξει κάποιο Nεομάρτυρα. Ας σημειωθεί ότι πρόσφατα ανάμεσα στους Κύπριους Νεομάρτυρες συμπεριελήφθη και ένας των νεότερων χρόνων, ο Άγιος Φιλούμενος, ο οποίος μαρτύρησε στο Φρέαρ του Ιακώβ στην Παλαιστίνη, το 1979.
Συνέντευξη Επισκόπου Μεσαορίας κ. Γρηγορίου (Μεγάλη Πέμπτη 2019)
Συνέντευξη του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Μεσαορίας κ. Γρηγορίου στο δημοσιογράφο κ. Λουκά Χάματσο, στη μεσημεριανή τηλεοπτική εκπομπή «Εμείς και ο κόσμος μας», στο κανάλι ΡΙΚ1 την Μεγάλη Πέμπτη 2019.
.
Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: Παρακολουθήστε Ζωντανά τον Όρθρο της Μεγάλης Δευτέρας (Κυριακή των Βαΐων 12/04/2020)
Ανάσταση του Λαζάρου στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Ακροπόλεως (11 Απριλίου 2020)
Το Σάββατο προ των Βαΐων, της Αναστάσεως του Λαζάρου, τελέστηκε Θεία Λειτουργία προϊσταμένου του Επισκόπου Μεσαορίας κ. Γρηγορίου στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Ακροπόλεως.
Ο Θεοφιλέστατος στο κήρυγμα του θείου λόγου αναφέρθηκε στο νόημα της ευαγγελικής περικοπής και ερμήνευσε τα κυριακά λόγια: «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα» (Ιν. ια΄ 25-26). Το λόγια του Κυρίου μας ενθαρρύνουν και μας παρηγορούν ιδιαίτερα αυτές τις μέρες δοκιμασίας που περνά η ανθρωπότητα. Τόνισε την ανάγκη αξιοποίησης αυτής της περιόδου από τον καθένα μας, κατά την οποία πρέπει να αφιερώσουμε ακόμη περισσότερο χρόνο στην προσευχή και στην μετάνοια για τα λάθη μας. Πρέπει να προσευχηθούμε να κρατήσει ο Θεός δυνατούς και υγιείς τους γιατρούς, τους νοσηλευτές και όλους που προσφέρουν τις δυνάμεις και τις γνώσεις τους για το καλό του κάθε συνανθρώπου αλλά και για την ανάρρωση όλων των αδελφών μας που δοκιμάζονται από τη παρούσα νόσο.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Θεοφιλέστατος διάβασε την ευχή για τη λύτρωση του κόσμου από την επιδημία του κορωνοϊού.
Γραφείο Ενημερώσεως και Επικοινωνίας
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων
Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Μουσουρούλη
Κυριακή τῶν Βαΐων
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον
Ἡ ἀλήθεια στή ζωή μας
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ… ταῦτα λογίζεσθε»
(Φιλιπ. δ´8)
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ… ταῦτα λογίζεσθε»
Κυριακή τῶν Βαΐων, Μακαριώτατε. Ἡ ἡμέρα πού μᾶς ὑπενθυμίζει τή θριαμβευτική εἴσοδο τοῦ Κυρίου στά Ἱεροσόλυμα λίγες ἡμέρες πρό τοῦ Σεπτοῦ Πάθους Του. Ἐκεῖνος πού εἶναι «Θεός ἀληθινός» καί γεννήθηκε «ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ» εἰσέρχεται καί ὡς ἄνθρωπος στήν προφητοκτόνο πόλη, γιά νά δώσει τήν τελική μάχη μέ τίς δυνάμεις τοῦ σκότους καί νά συντρίψει τό κράτος τοῦ Διαβόλου. Τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἔχει τόνο ἐνθουσιαστικό καί χαρμόσυνο καί μεταξύ τῶν ἄλλων μᾶς λέγει ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά σκεπτόμαστε καί νά πράττουμε μόνον ὅσα εἶναι ἀληθῆ. Τί σημαίνει ὅμως αὐτό καί πῶς θά γίνει πραγματικότητα καί γιά μᾶς;
****
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ… ταῦτα λογίζεσθε»
Νά σκέπτεσθε καί νά ἐφαρμόζετε στή ζωή σας ὅσα εἶναι ἀληθινά· ὅσα ἔχουν ἐπάνω τους τή σφραγίδα τῆς ἀλήθειας. Αὐτό κατά τόν θεῖον Ἀπόστολο εἶναι τό πρῶτο χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ πιστοῦ πού ἐπιθυμεῖ τή χριστιανική τελειότητα. Μετά ἔρχονται τά ὑπόλοιπα, καί δικαιολογημένα, καθ᾽ὅτι τήν ἀλήθεια καί τά ἀληθῆ τά ἐμπνέει ὁ Θεός. Ὁ «Θεός ὁ ἀληθινός».
Ἐφ᾽ ὅσον λοιπόν θέλουμε νά ἀνήκουμε στόν Χριστόν, νά εἴμαστε γνήσια μέλη τοῦ θείου Σώματός Του, τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας Του, καί νά ἑνώνουμε καί ἐμεῖς τή φωνή τῆς καρδιᾶς μας μέ τά οὐρανομήκη «ὡσαννά» τοῦ πλήθους ἐκείνου, πού ὑποδεχόταν τότε τόν Κύριο, ἡ ἀλήθεια πρέπει νά εἶναι τό Α καί τό Ω τῆς ὑπάρξεώς μας. Νά εἴμαστε δηλαδή ἀληθινοί στίς σχέσεις μας πρός τόν Θεόν, πρός τούς συνανθρώπους μας, ἀλλά καί ἀπέναντι τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ μας.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἀδελφοί μου, ἀπαιτεῖ ἀπό τούς πιστούς γνησιότητα αἰσθημάτων. Αὐτό σημαίνει πώς δέν ἀνέχεται τήν ὑποκρισία. Ὅπως ξέρουμε, ἀπό τά γραφόμενα τῶν ἱερῶν Εὐαγγελιστῶν καί τῶν λοιπῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ Χριστός μας κανένα ἄλλον δέν ἐταλάνισε καί δέν ἤλεγξε μέ τόση δριμύτητα, ὅσο τούς ὑποκριτές Φαρισαίους. Στίς ἁμαρτωλές γυναῖκες, στούς τελῶνες, τούς ἄσωτους καί κάθε εἴδους ἁμαρτωλούς πού τόν πλησίαζαν φερόταν μέ πολλή στοργή. Στούς φαρισαίους ἀπηύθυνε ἐκεῖνα τά φοβερά «οὐαί» (Ματθ. κγ´13-16), τά ὁποῖα θά ἀκούσουμε στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Τρίτης, τό ὁποῖο θά ἀναγνωσθεῖ στούς ναούς μας τό βράδυ τῆς Μεγάλης Δευτέρας.
Ἡ ἀλήθεια πρέπει νά κυβερνᾶ τή ζωή μας καί τά λόγια μας καί γιά τόν λόγο ὅτι οἱ συνάνθρωποί μας τότε μόνο ἀναπαύονται στή συναναστροφή καί συνεργασία μαζί μας, ὅταν εἶναι βέβαιαοι ὅτι δέν φοροῦμε προσωπεῖα, ὅτι δέν τούς ἐξαπατοῦμε, ὅτι αὐτά πού τούς λέμε ἀνταποκρίνονται πλήρως στήν ἀλήθεια, ὅτι δέν ἔχουμε ἄλλα στήν καρδιά καί ἄλλα στά χείλη, ὅτι τό «ναί» πού βγαίνει ἀπό τό στόμα μας εἶναι «ναί» καί τό «οὔ οὔ» (Ματθ. ε´37). Καί τό θέλουν αὐτό οἱ ἄνθρωποι, ἔστω καί ἄν οἱ ἴδιοι ζοῦν καί κινοῦνται μέσα στό σκότος τό πυκνό καί ἐρεβῶδες τοῦ ψέματος.
Ἀλήθεια λοιπόν στίς σχέσεις μας μέ τόν Θεόν, ἀλήθεια στίς σχέσεις μας μέ τούς συνανθρώπους μας, ἀλήθεια καί ἀπέναντι τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἄν θέλουμε νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς καί νά μή κρυβόμαστε πίσω ἀπό τό δάκτυλό μας, εἶναι δυνατόν νά εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εὐχαριστημνένοι ἀπό τόν ἑαυτό μας, ὅταν ζοῦμε συνεχῶς μέ ψέματα καί ὅταν ζυμώνεται καθημερινά ἡ ζωή μας μέ τήν ἀνειλικρίνεια; Δέν ἔρχονται στιγμές, πού τό ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι εἴμαστε δοῦλοι τοῦ ψεύδους καί ὑπακοῦμε σέ «ἕτερον νόμον» ἀντίθετο πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πράγμα πού μᾶς κάμνει πράγματι «ταλαιπώρους», κατά τόν ἀποστολικό λόγο (Ρωμ. ζ´23-24).
Τό νά ἔχω ἑπομένως βάση καί θεμέλιο τῆς ζωῆς μου τήν ἀλήθεια, τό νά σκέπτομαι, νά ποθῶ, νά λέγω καί νά πράττω ὅσα εἶναι ἀληθινά, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο στήν οὐσία του, παρά ἡ πλήρης εὐσέβεια, ἡ γνήσια πνευματικότητα, ἡ ὁλοκληρωμένη ἀρετή. Γι᾽αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔλεγεν ὅτι «ὄντως ἀληθές» εἶναι «ἡ ἀρετή· ψεῦδος δέ ἡ κακία» (Ὑπόμν. εἰς Φιλιπ. δ´8). Αὐτός πού λέγει παντοτε καί παντοῦ τήν ἀλήθεια, αὐτός πού δέν σκέπτεται καί δέν πράττει ποτέ κάτι ἀντίθετο πρός τήν ἀλήθεια, εἶναι ἄνθρωπος πράγματι ἐνάρετος, ἄνθρωπος πού τόν ἀναγνωρίζει ὡς ἰδικόν Του Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος εἶναι «ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ´16).
*****
Γιά νά γίνουμε ὅμως ἄνθρωποι τῆς ἀλήθειας, εἶναι ἀνάγκη νά πάρουμε τήν ἁρμόζουσα στάση ἔναντι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Νά ἔχουμε δηλαδή τόν Χριστό Βασιλέα τῆς καρδιᾶς καί τῆς ζωῆς μας, ὄχι ἐπιφανειακά καί ἐπιπόλαια ὅπως ὁ ὄχλος τῶν Ἱεροσολύμων κατά τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, ἀλλά οὐσιαστικά καί σέ βάθος. Ἡ πίστη στόν Χριστό ὡς «Θεόν ἀληθινόν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ» πού ἐνηνθρώπισε γιά τή δική μας σωτηρία, νά διαποτίζει τήν ὕπαρξή μας μέχρι τό τελευταῖο της κύτταρο. Ὅταν ἔχουμε τόν Χριστό ὡς βασιλέα μας, τότε καί ἡ ἀλήθεια θά εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς μας. Ἐφ᾽ὅσον θά παραδεχόμαστε τόν Χριστόν ὡς Κύριο ἐξουσιαστή μας, εἶναι ἑπόμενο ὅτι θά συμμορφωνόμαστε καί πρός τά προστάγματα καί τούς Νόμους Του, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀλήθειας. Ἐάν πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε πολίτες τῆς βασιλείας Ἐκείνου, πού ἐντέλλεται νά λαλοῦμεν «ἀλήθειαν ἕκαστος μετά τοῦ πλησίον αὐτοῦ» (Ἐφεσ. δ´25), εἶναι ἀδύνατο νά ζοῦμε μέ τό ψέμα καί τήν ἀνειλικρίνεια. Τί εἴδους χριστιανοί θά εἴμαστε, ἐάν δέν ὑπολογίζουμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ; Τί εἴδους βασιλέα θά τόν ἔχουμε, ἐάν κάμνουμε κάτι πού ὁ Ἴδιος ἀποστρέφεται;
Ἐδῶ λοιπόν βρίσκεται ἡ λύση τοῦ προβλήματος. Αὐτό εἶναι τό λεπτό σημεῖο πού πρέπει νά προσέξουμε. Ἤ εἶμαι ἀληθινός δοῦλος, ὑπήκοος, πολίτης τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί ἔχω (κρατῶ σφικτά) τόν Νόμο «τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου» Του (Κολ. α´5) πυξίδα στή ζωή μου, ἤ τάσσομαι στό ἀντίθετο στρατόπεδο. Αὐτός πού δέν λέγει τήν ἀλήθεια καί δέν ἔχει γενικῶς καλές σχέσεις μέ τήν ἀλήθεια, ἐπηρεάζεται ἔστω καί ἐν ἀγνοίᾳ του, ἀπό τόν Σατανᾶ, πού εἶναι «ψεύστης» καί «ὁ πατήρ τοῦ ψεύδους» (Ἰω. η´44). Δέν ὑπάρχει μέση λύση, ἀγαπητοί μου. Ἡ ἀλήθεια εἶναι φῶς. Τό ψεῦδος εἶναι σκοτάδι. Δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξει «κοινωνία φωτί πρός σκότος» (Β´Κορ. στ´14), δέν ὑπάρχει ἐπικοινωνία μεταξύ φωτός καί σκότους. Δέν μπορεῖ νά συνυπράξει φῶς καί σκοτάδι, καί νά συμβιβασθεῖ τό ἕνα μέ τό ἄλλο.
Αὐτό πού χρειάζεται εἶναι νά ἔχουμε σχηματίσει ὀρθή γνώμη καί ἄποψη ὡς πρός τό τί εἴδους βασιλιάς εἶναι ὁ Χριστός μας. Δέν εἶναι ἀρκετό νά ἔχουμε κάποια ἀσαφῆ καί συγκεχυμένη ἰδέα γιά Ἐκεῖνον, ὅπως συνέβαινε μέ ἐκείνους πού τόν ὑποδέχονταν τότε στά Ἱεροσόλυμα μέ ζητωκραυγές. Πρέπει νά τόν ἀποδεχόμαστε καί νά τόν πιστεύουμε ὡς Κύριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, πού παρακολουθεῖ ἐκ τοῦ πλησίον τά πάντα καί «πρός ὅν ἡμῖν ὁ λόγος» (Ἑβρ. δ´13). Νά εἴμαστε δηλαδή βέβαιοι ὅτι ρυθμίζει Ἐκεῖνος τή ζωή μας μέχρι λεπτομερειῶν καί ὅτι κάποτε θά δώσουμε λόγο ἐνώπιόν Του καί νά μή νομίζομεν ὅτι μένει ἀπομακρυσμένος ἀπό ἐμᾶς καί στέκει ἀδιάφορος ἀπέναντί μας. Ἄν πιστεύουμε σωστά ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού θυσιάστηκε γιά μᾶς, γιά τή σωτηρία μας εἶναι ὁ βασιλιάς μας, πού ἐνδιαφέρεται γιά τόν καθένα μας καί ζητεῖ ἀπό τόν καθένα μας προσωπικῶς νά ζεῖ σύμφωνα πρός τόν Νόμο Του, τότε εἶναι βέβαιο ὅτι θά λυθεῖ καί θά τακτοποιηθεῖ τό θέμα τῆς ἀλήθειας μέ τρόπο ἄριστο. Τότε θά προσπαθοῦμε ἀντί πάσης θυσίας νά ἀποφεύγουμε τό «ψεῦδος», διότι αὐτό θά μᾶς στερήσει τελικῶς καί αὐτόν τόν Παράδεισο (Ἀποκ. κβ´ 15).
****
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ… ταῦτα λογίζεσθε»
Ἐφθάσαμεν ἤδη, Μακαριώτατε, στά πρόθυρα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης ἑβδομάδος. Σήμερα, ὅπως λένε τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας, «ὁ ἔχων θρόνο οὐρανόν καί ὑποπόδιον τήν γῆν» «εἰσέρχεται ἐν πόλει τῇ ἁγίᾳ ἐν πόλῳ καθήμενος» «τά τῶν προφητῶν ἐκπληρῶν κηρύγματα». Εἶναι ὁ βασιλεύς τοῦ παντός, πού προχωρεῖ γιά νά νικήσει καί νά ἐκδιώξει «τόν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου» καί νά πάρει καί πάλι κοντά του τά παιδιά Του.
Ἄς τόν ἀκολουθήσουμε λοιπόν καί μεῖς, κάτω ἀπό τίς ἰδιάζουσες συνθῆκες τῆς δοκιμασίας πού ἡ ἀγαθότης του ἐπιτρέπει ἐφέτος γιά πρώτη φορά στά χρονικά, μέ ἐνθουσιασμό, καθώς προχωρεῖ πρός τό Πάθος. Ἄς τόν ἀκολουθήσουμε καί ἄς τόν ἱκετεύσουμε νά κάμει καί ἐμᾶς μετόχους τῆς νίκης του. Νά μᾶς ἀναδείξει νικητές τοῦ ψεύδους καί κάθε ἁμαρτίας, γιά νά τοῦ ψάλλουμε, μέ τήν εὐχή σας, Μακαριώτατε, αἰωνίως τά νικητήρια «ὡσαννά».